Στην πορεία ενός έθνους, μιας χώρας υπάρχουν καμπές που οι ιστορικές πολιτικές παρατάξεις είναι υποχρεωμένες να επαναθεμελιωθούν, να ορίσουν ξανά την παρουσία τους στην πολιτική ζωή του τόπου. Αλλιώς κινδυνεύουν με παρακμή, ακόμη και εξαφάνιση. Και η χώρα μας βρίσκεται μπροστά σε μια τέτοια καμπή.
Το ίδιο ισχύει και για ενότητες χωρών και για κοινωνικά μοντέλα. Τόσο η γηραιά μας ήπειρος όσο και το ευρωπαϊκό κοινωνικό της μοντέλο που αποτέλεσε μια μεγάλη κατάκτηση της ανθρωπότητας- καθώς κατάφερε να συνδυάσει την πολιτική δημοκρατία με τα κοινωνικά δικαιώματα και την οικονομική ευημερία- αντιμετωπίζουν σήμερα μεγάλες πιέσεις και κινδυνεύουν με περιθωριοποίηση και υποχώρηση σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία με την είσοδο νέων δυνάμεων (Κίνα, Ινδία, Κορέα, Βραζιλία, άλλες ασιατικές χώρες κ.α.) που διεκδικούν και αυτές εύλογα μερίδιο στο νέο καταμερισμό εργασίας και στη βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου. Όμως, ο παγκόσμιος οικονομικός ανταγωνισμός γίνεται με άνισους όρους για την Ευρώπη με τρόπο που απειλεί τις ευρωπαϊκές κοινωνικές και πολιτικές κατακτήσεις.
Η ιδέα που προτείνουμε στους πολίτες και τις πολιτικές δυνάμεις του ευρύτερου πολιτικού μας χώρου επικεντρώνεται στην ανασυγκρότηση και την ανανέωση μιας μεγάλης παράταξης- της δημοκρατικής προοδευτικής παράταξης- που ιστορικά στη διαδρομή του νέου ελληνικού κράτους έχει παίξει έναν καθοριστικό ρόλο για τη θεμελίωση της πολιτικής δημοκρατίας και των κοινωνικών δικαιωμάτων, την πρόοδο και την ανάπτυξη αυτού του τόπου.
Όμως, η σημερινή εκλογική επιρροή των πολιτικών φορέων που θεωρείται ότι ανήκουν στον χώρο αυτό είναι αισθητά μικρότερη από τον αριθμό των πολιτών που δηλώνουν ότι θα ήταν διατεθειμένοι να υποστηρίξουν αυτή την παράταξη και ακόμη χαμηλότερη από τους πολίτες που τη θεωρούν απαραίτητη για τη λειτουργία της Δημοκρατίας στη χώρα και που θα μπορούσαν να εκφραστούν μελλοντικά από αυτήν. Το ζητούμενο λοιπόν είναι η συνένωση δυνάμεων, χωρίς ηγεμονισμούς και καπελώματα, χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς αυτοκαταργήσεις πολιτικών φορέων και κινήσεων και με έναν τρόπο που η παράταξη που θα προκύψει θα σέβεται την ιστορία των κομμάτων και των προσώπων στα οποία απευθύνεται και θα είναι μεγαλύτερη από το απλό άθροισμα των δυνάμεων που θα προσέλθουν για να τη συγκροτήσουν. Χρειάζεται μια παράταξη πολιτών που θα συστεγάσει όλες αυτές τις δυνάμεις με πυξίδα τις ιδέες του δημοκρατικού σοσιαλισμού, της δημοκρατικής Αριστεράς, της πολιτικής οικολογίας, του κοινωνικού και πολιτικά φιλελεύθερου Κέντρου. Χρειάζεται ενότητα, αλλά και υπέρβαση με την παραγωγή νέων ιδεών, νέων προτάσεων, την υιοθέτηση νέων πρακτικών αλλά και με τη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος για την προσέλκυση, ενθάρρυνση και ανάδειξη νέων προσώπων που θα πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους. Το ζητούμενο είναι «και τώρα τι λες» για το μέλλον της χώρας και την αλλαγή της Ευρώπης. Χρειάζεται ένα εθνικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης για τη χώρα και αναγέννησης της ελληνικής κοινωνίας και ένα πολιτικό σύστημα που δεν μπορεί να περιορίζεται στο νέο «μικρό δικομματισμό» ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ με απαράδεκτα ισχυρή παρουσία της νεοναζιστικής «Χρυσής Αυγής». Χρειάζεται μια βαθειά αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής που μπορεί να προσφέρει μια θετική και ελπιδοφόρα προοπτική για την Ευρώπη και να επιτρέψει στις πολιτικές ηγεσίες της να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη και την ενεργό στήριξη των πολιτών της. Η βαθειά αυτή αλλαγή αφορά τόσο την πολιτική διαδικασία όσο και κυρίως το περιεχόμενο και το ύφος και ήθος της πολιτικής.
Η παρατεταμένη και εκτεταμένη πολιτική λιτότητας - που είναι διαφορετική από μια πολιτική συστηματικού, βαθμιαίου και λελογισμένου εξορθολογισμού - κάνει κακό στην οικονομική μεγέθυνση, κάνει κακό στην ανάπτυξη καινοτομιών και είναι επιζήμια για την κοινωνία και την οικονομία.
Ειδικότερα, η χώρα μας χρειάζεται άμεσα ένα εθνικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης, καθώς το εθνικό προϊόν έχει συρρικνωθεί σωρευτικά κατά 25%, η ανεργία κινείται στο 27%, με τη μακροχρόνια ανεργία να αποτελεί πάνω από τα 2/3 των ανέργων, το διαθέσιμο εισόδημα μιας ευρείας ομάδας πολιτών έχει περιοριστεί πάνω από 30%, ενώ ταυτόχρονα έχει αποδυναμωθεί και ως ένα βαθμό απαξιωθεί ένα σημαντικό μέρος του επιχειρηματικού δυναμικού και της παραγωγικής ικανότητας της χώρας. Αυτές οι παραγωγικές απώλειες αντανακλώνται στην αδρανοποίηση ή/και τη μετανάστευση του ανθρώπινου δυναμικού, τη συρρίκνωση των δημοσίων αλλά και των ιδιωτικών επενδύσεων, αλλά και την υποβάθμιση της διοικητικής ικανότητας της δημόσιας διοίκησης.
Ταυτόχρονα, η ίδια η πρόσληψη αυτής της ιδιαίτερα δυσμενούς εξέλιξης γίνεται πιο οδυνηρή για τις πληττόμενες κοινωνικές ομάδες και τους παραγωγικούς φορείς της χώρας και ασκεί δευτερογενώς παραλυτικές επιδράσεις στα παραγωγικά υποκείμενα και στην κοινωνία. Η αντιπαραβολή μιας μακράς και συνεχούς περιόδου οικονομικής ανόδου και ταχείας βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου με την απότομη συρρίκνωση της οικονομίας, τη ριζική ανατροπή των οικογενειακών και επιχειρηματικών σχεδιασμών και κυρίως την κατάρρευση των προσδοκιών για το μέλλον συνέβαλε στην καταρράκωση της εθνικής αυτοπεποίθησης και σε μια αντιπαραγωγική ισοπεδωτική αναζήτηση των υπευθύνων της κρίσης. Αποτέλεσμα είναι η επικράτηση ενός κλίματος παράλυσης που δεν διευκολύνει την οικονομική ανάταξη, αποθαρρύνει την αναγκαία δημιουργική δραστηριότητα και εξέλιξη και παρεμποδίζει ή και αναιρεί όποιες θετικές πρωτοβουλίες επιχειρούν να αντιμετωπίσουν την κρίση ως ευκαιρία.
Εκ των πραγμάτων, τα παραπάνω φαινόμενα καθιστούν επιτακτική την ανάγκη παρεμβάσεων στο πρότυπο διαχείρισης της οικονομίας και ευρύτερα τον προσανατολισμό της κοινωνίας, καθώς κάποιες από τις δραστηριότητες που δημιούργησαν εισοδήματα τα προηγούμενα χρόνια δεν είναι πια διατηρήσιμα.
Ο νέος κύκλος οικονομικής μεγέθυνσης θα πρέπει να βασιστεί εν πολλοίς σε νέες δραστηριότητες εντάσεως γνώσης και σε παραγωγικά / επιχειρηματικά υποκείμενα που δημιουργούν με ανταγωνιστικό τρόπο ποιοτικά και διαφοροποιημένα προϊόντα και παρέχουν υπηρεσίες χρήσιμες για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, σε σταθερότερους θεσμούς και κανόνες λειτουργίας της οικονομίας που διευκολύνουν και υποστηρίζουν την παραγωγική εργασία και τη δημιουργική και καινοτόμο επιχειρηματικότητα.
Βασική διάσταση αυτού του προτύπου είναι η ανάκτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, όχι απλώς σε όρους μοναδιαίου κόστους εργασίας, αλλά σε όρους υψηλότερης προστιθέμενης αξίας και διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Στον εξελισσόμενο διεθνή καταμερισμό εργασίας, οι νέες αναδυόμενες οικονομίες διεκδικούν δικαίως ισχυρότερο μερίδιο του παραγόμενου παγκόσμιου πλούτου, ασκώντας ισχυρές πιέσεις στις ήδη αναπτυγμένες οικονομίες και γενικότερα στο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο που κατάφερε μεταπολεμικά να συνδυάσει την πολιτική δημοκρατία με την οικονομική ευημερία και τα κοινωνικά δικαιώματα. Η παγκοσμιοποίηση δηλαδή ωφελεί τις αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά θέτει σε δοκιμασία το ευρωπαϊκό μοντέλο, ενώ διευρύνει τις ανισότητες στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών (πλήττει τις μεσαίες τάξεις και μετατρέπει τους πολύ φτωχούς σε ακόμη φτωχότερους) και μεταξύ των χωρών του αναπτυγμένου κόσμου.
Σε αυτό το περιβάλλον, η ελληνική οικονομία δεν έχει το περιθώριο να μετατραπεί σε μία χώρα χαμηλού κόστους, να στηρίξει δηλαδή τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της αποκλειστικά στη περαιτέρω μείωση του κόστους εργασίας. Είναι μια επιλογή αδιέξοδη (πάντα κάπου, κάποιος θα παράγει φθηνότερα), κοινωνική μη αποδεκτή, μία κούρσα προς τα κάτω, που το πιθανότερο είναι να ενταφιάσει μια χώρα, χωρίς ελπίδα απόκτησης ενός διατηρήσιμου ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Η πιθανότερη εξέλιξη στο ορατό μέλλον είναι μια νέα μακρά περίοδος στασιμότητας, χαμηλών παραγωγικών δυνατοτήτων, αναπαραγωγής του επιχειρηματικού προτύπου και χαμηλών εισοδημάτων.
Αντίθετα προς αυτή τη συνταγή η ελληνική οικονομία πρέπει να γίνει «διεθνώς ανταγωνιστική» αναβαθμίζοντας τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του παραγωγικού συστήματός της ώστε να υποστηρίξει ένα ικανοποιητικό βιοτικό επίπεδο για τους πολίτες της. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει σταδιακά να περιορίσει προβληματικές σταθερές του παρελθόντος και να θεραπεύσει μακροχρόνιες συστημικές υστερήσεις του παραγωγικού της συστήματος: τη διάχυτη φοροδιαφυγή, την περιφρόνηση των οικολογικών περιορισμών, την επιλεκτική / προνομιακή υποταγή του κράτους σε συγκεκριμένες ομάδες συμφερόντων, τη μικρή συνεισφορά της γνώσης και της τεχνολογίας στην επιχειρηματική και οικονομική δραστηριότητα.
Όμως, όσο δεν διαμορφώνονται οι αναγκαίες πολιτικές προϋποθέσεις δεν μπορεί να σχεδιασθεί και να υλοποιηθεί ένα εθνικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης.
Η ενότητα όλων των κομμάτων, των κινήσεων, των πολιτικών προσώπων και κυρίως των πολιτών και ιδιαίτερα των νέων του ευρύτερου κεντροαριστερού χώρου είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ.
Δεν θέλει όμως την απλή συγκόλληση, ούτε τις προσωπικές στρατηγικές. Χρειάζεται σταθερότητα, αναγέννηση, υπέρβαση μέσα από κάτι νέο. Αυτό είναι άλλωστε και το αναδυόμενο αίτημα μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης. Θέλουμε να βοηθήσουμε αποτελεσματικά στην ανασυγκρότηση της Ελλάδας μέσω της ανασυγκρότησης της Παράταξης. Το θεωρούμε χρέος μας.
Η Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη μπορεί, γιατί είναι παιδί μιας ιστορίας δημιουργικών ανατροπών και ανατάσεων μετά από περιόδους παρακμής.
Δεν είναι ιστορία ενός κόμματος, γιατί σε αυτήν συστρατεύτηκαν, περπάτησαν παράλληλα, διαφορετικά ρεύματα, κόμματα, πολιτικές κουλτούρες
Αυτή η Ευρώπη δεν μπορεί να υπερασπίσει το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο από τις πιέσεις της παγκοσμιοποίησης. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αν σταματήσει εδώ που βρίσκεται θα περιθωριοποιηθεί στο παγκόσμιο σκηνικό. Το ευρώ δεν μπορεί να επιβιώσει αν θεωρείται μόνο αναγκαίο κακό.
Το στοίχημα να γίνει ξανά η Ευρώπη πόλος έλξης και έμπνευσης για τους πολίτες θα κριθεί ασφαλώς σε βάθος χρόνου. Μπορεί να αναδυθεί ένας νέος λαϊκός Ευρωπαϊσμός ή θα επικρατήσει ο αντιευρωπαϊκός λαϊκισμός και η διάλυση; Οι ευρωεκλογές θα είναι λοιπόν ένα κρίσιμο ραντεβού.
Η έκκλησή μας είναι «πάρτε την υπόθεση στα χέρια σας». Φτιάξτε παντού τοπικές επιτροπές της Πρωτοβουλίας για τη Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη χωρίς ηγεμονισμούς και χωρίς αποκλεισμούς με τη ματιά στο μέλλον. Πάρτε μέρος μαζικά στις διαδικασίες για τη Συνδιάσκεψη της Παράταξης μπροστά στις εκλογές για να διαμορφώσετε με ανοιχτές διαδικασίες το Πρόγραμμά της και το Ευρωψηφοδέλτιο.
Η δημοκρατική προοδευτική παράταξη δεν αξίζει τη φθορά που της αποδίδουν οι δημοσκοπήσεις. Είμαστε πολλοί – αυτοί που ζητάμε ένα καλύτερο μέλλον για τη χώρα. Αυτοί που δεν θέλουμε μια απλή διαχείριση του 24ωρου. Αυτοί που θέλουμε ένα νέο όραμα, μια στρατηγική που θα ‘χει σχέδιο και θα προβλέπει μέσα υλοποίησης, θα δίνει τεκμηριωμένες και συγκεκριμένες απαντήσεις.
Είμαστε πολλοί και θα γίνουμε ακόμη περισσότεροι αν εμπιστευτούμε στις δυνάμεις μας, αν πάρουμε την υπόθεση στα χέρια μας, αν δώσουμε χώρο στους νέους, στις νέες ιδέες και στις νέες πρακτικές.
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.