Έχουν διασωθεί και αξίζει τον κόπο της αναδημοσίευσης κι από εμάς, όχι βεβαίως για το σχολιασμό, την κρίση ή την επίκριση αυτού καθ’ αυτού του γεγονότος, αλλά μόνο για το λόγο της διατύπωσης της απόφασης διαζυγίου, τόσο από πολιτικό, όσο και από εκκλησιαστικό και μάλιστα συνοδικό δικαστήριο.
Πρόκειται για δύο από τα πρώτα διαζύγια, αφορούν επιφανείς Χίους του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα τον εθνικό ευεργέτη Σταμάτιο Πρώιο το 1846, μόνιμο κάτοικο Ερμουπόλεως και το μυστηριώδη συγγραφέα του έργου «Ο πίθηκος Ξουθ», Ιάκωβο Πιτσιπίο το 1847. Ως κάτοικος Κωνσταντινουπόλεως ο τελευταίος, δικαιοδοσία επί του αστικού δικαίου θέματος του διαζυγίου του είχε το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Οθωμανική επικράτεια.
Και τα δύο διαζύγια εκδόθηκαν εις βάρος των συζύγων γυναικών, το μεν πρώτο διότι αύτη «παρέβη την περί τον γάμον πίστιν μοιχευομένη», το δε δεύτερο λόγω της «μοχθηράς και διεστραμμένης φύσεως της γυναικός».
Να σημειωθεί βεβαίως η επισήμανση στην πρώτη περίπτωση, όταν μέχρι και τη δεκαετία του 1980 η μοιχεία είναι ποινικό αδίκημα, ότι ο Στ. Πρώιος δεν επιθυμούσε την ποινική δίωξη της συζύγου του.
Το Δικαστικό Συμβούλιον των Εν Σύρω Πλημμελειοδικών, συγκείμενον από τους Δικαστάς Δημήτριον Παπάγον, Ανακριτήν, Προεδρεύοντα, κωλυομένου του Προέδρου Ιωάννου Δοξαρά, Ιωάννην Στεκούλην και Μαρίνον Βάον, συνελθόν εις το Δωμάτιον των Διασκέψεων την 14η Μαΐου 1846 επί παρουσία του παρ’ αυτώ Εισαγγελέως Νικολάου Στούπη και του Δικαστικού Γραφέως Νικολάου Μάρκου, κωλυομένου του Γραμματέως Αλεξάνδρου Α. Κοντακίτου δια να σκεφθή και αποφανθή επί της εξής υποθέσεως:
Η Θεοδώρα σύζυγος Σταματίου Πρωίου κατεμηνύθη ότι κατά τον Νοέμβριον του 1845 εις Αλεξάνδρειαν μετά του Εμμανουήλ Τζιτζίνια.
Κατά συνέπειαν της μηνύσεως ταύτης ενηργήθη ανάκρισις μετά το πέρας της οποίας, ο παρά τω Δικαστηρίω τούτω Εισαγγελεύς καθυπέβαλε την Δικογραφίαν εις το Συμβούλιον τούτο και εζητήσατο, επειδή μολονότι εκ των εκθέσεων των ενόρκως εξετασθέντων μαρτύρων Μαριγώς Μαρμαρινού, Φωτίου Αργυρίδου, Νικολάου Τζάκαλη, Αντωνίου Μέλια και Σταματίου Πρωίου εξάγονται διάφορα περιστατικά, εξ ων προκύπτουσιν αποχρώσαι και αφιλονίκητοι ενδείξεις προς υποστήριξιν της εις την κατηγορουμένην Θεοδώρα Σταματίου Πρωίου, ομολογούσα επίσης την πράξιν, αποδιδομένης μοιχείας μετά του Εμμανουήλ Τζιτζίνια, μολαταύτα επειδή ο σύζυγος αυτής Σταμάτιος Πρώϊος ως εξάγεται εκ της καταθέσεώς του ούτε είχεν ούτε έχει σκοπόν ποινικής καταδιώξεως, αλλά αιτιολογών την παρ’ αυτού γενομένην μήνυσιν επιμένει εις την τελευταίαν αυτού εξήγησιν, περίστασις ήτις πρέπει να σεβαστεί, καθόσον πρόκειται περί πράξεως μη τιμωρουμένης, ειμή κατ’ έγκλησιν του υβρισθέντος ούτω συζύγου.
(*) Σταμάτιος Πρώϊος, ένας από τους επιφανέστερους οικονομικούς παράγοντες της Σύρου κατά τον 19ο αιώνα.
Συνοδικόν Διαζύγιον
17 ΜΑΪΟΥ 1847
Άνθιμος Ελέω Θεού
Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως,
Νέας Ρώμης και Οικουμενικός
Πατριάρχης
Επειδή ο κ. Ιάκωβος Γ. Πιτζιπίος (*) προ δεκαέξ και επέκεινα ήδη χρόνων συνεζεύχθη εν Σμύρνη νομίμως μετά της Βιερούς, απελευθέρας Χίας, και θυγατρός Κωνσταντίνου Δρομοκαΐτου. Αλλ’ αύτη φύσεως ούσα μοχθηράς και διεστραμμένης, απ’ αρχής σχεδόν της συζεύξεως μη διατηρήσασα τα προς τον νόμιμον αυτής σύζυγον γυναικεία καθήκοντα, εις πολλάς εξετραχηλίσθη παρεκτροπάς, και διάφορα εγκλήματα φαυλοβίου διαγωγής, προσβάλλοντα την τιμήν, υπόληψίν τε και ησυχίαν του νομίμου αυτής συζύγου. Καίτοι δε συμβουλευθείσα πολλάκις και πολλαχώς, και νουθετηθείσα Εκκλησιαστικώς, ουκ ηθέλησεν ελθείν εις συναίσθησιν, αλλά διέμεινεν αμετάβλητος και ασωφρόνιστος, και το χείριστον, ετόλμησε πρό τινων μηνών κρύφα και δίχα εκκλησιαστικής αδείας και υπό συζυγίαν ούσα απιδείν εις Β΄ γάμους, και στεφανωθήναι παρανόμως μεθ’ ετέρου ανδρός, δι’ ην παρανομίαν επειράθη ακολούθως της νομίμου Εκκλησιαστικής αδείας, καθυποβληθείσα ενδίκως υπό επιτίμιον. Ο δε μνησθείς αυτής σύζυγος εμφανισθείς ήδη τη Εκκλησία, και επαναλαβών δι’ ιδίας αυτού αναφοράς, όσα εν τω διαστήματι της μετ’ αυτής συζυγίας έπαθεν, εξητήσατο ενθέρμως την απ’ αυτής Εκκλησιαστικήν διάζευξιν δια το αδύνατον της της εις το εξής μετ’ αυτής συμβιώσεως. Τούτου χάριν δια τας εκτεθείσας αιτίας, τας υπαγορευούσας την κατά νόμον διάζευξιν, ενεδώκαμεν τω αιτήματι, και γράφοντες αποφαινόμεθα Εκκλησιαστικώς, ίνα ο ειρημένος Κ. Ιάκωβος Γ. Πιτζιπίος υπάρχει διαζευγμένος και κεχωρισμένος από της υπαρξάσης αυτώ γυναικός Βιερούς, ξένος και απηλλοτριωμένος πάσης γαμικής μετ’ αυτής συναφείας, έχων το ελεύθερον απιδείν εις Β΄γάμους, και στεφανωθήναι νομίμως μεθ’ ετέρας γυναικός. Όθεν εις ένδειξιν εγένετο το παρόν ημέτερον Εκκλησιαστικόν διαζύγιον γράμμα και εδόθη αυτώ.
Εν Μηνί Απριλίω α ω μ ζ΄. Ινδικτιώνος Ε.
† Ο Ηρακλείας Διονύσιος
† Ο Χαλκηδόνος Ιερόθεος
† Ο Δέρκων Νεόφυτος
† Ο Αδριανουπόλεως Γεράσιμος
† Ο Αμασίας Κύριλλος
† Ο Νεοκαισαρίας Κύριλλος
† Ο Μελανίων Διονύσιος
(*) Ιάκωβος Πιτζιπιός ή Πιτσιπίος (1800-1869). Γεννήθηκε στη Χίο, όπου και έκανε τις εγκύκλιες σπουδές του. Σπούδασε στη μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη και νομικά στο Παρίσι. Δίδαξε ως καθηγητής στην Οδησσό, στη Σύρο (1838-1841), ως καθηγητής γαλλικών και την Κωνσταντινούπολη. Ανήσυχη και ιδιόρρυθμη προσωπικότητα καθώς ήταν, προκαλούσε συχνά με τη συμπεριφορά του. Έγραψε τα μυθιστορήματα Η Ορφανή της Χίου (Σύρος, 1839), από τα πιο δημοφιλή της εποχής του, Ο Πίθηκος Ξουθ ή τα ήθη του αιώνος (1848) κ.ά. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ερμούπολη εξέδιδε το περιοδικό Αποθήκη των ωφελίμων και τερπνών γνώσεων (1847-1848). Ο Ιάκωβος Πιτζιπιός πνίγηκε στο Βόσπορο υπό ανεξιχνίαστες συνθήκες.
Πηγές: Εφημερίδα «Ο Ερμής Σύρου» και η ιστοσελίδα http://old.eyploia.gr
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.