Στις 4 Ιανουαρίου τιμάται η οσιακή κοίμηση του γέροντος Νικηφόρου (Τζανακάκη) του λεπρού, ο οποίος μόνασε στο Λωβοκομείο της Χίου, εκάρη Μοναχός από τον Αγ. Άνθιμο (Βαγιάνο), Ιδρυτή, Κτήτορα και Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Παναγίας Βοηθείας - του οποίου υπήρξε υποτακτικός- ενός Αγίου Μοναχού που έδειξε “σημεία” τόσο εν ζωή όσο και μετά την Κοίμησή του (μέχρι και σήμερα) και εξεδήμησε προς Κύριον στις 4 Ιανουαρίου 1964 στον αντιλεπρικό σταθμό της Αγ. Βαρβάρας Αιγάλεω. Στην ιερή μνήμη του Αγίου αυτού σημειώνονται οι κατωτέρω σκέψεις, τις οποίες κοινοποίησα προ 4 ετών στον τοπικό τύπο.
Μόλις πριν από λίγα χρόνια η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου προέβη στην ανακήρυξη ως Αγίου του Οσίου Νικηφόρου συμπεριλαμβάνοντάς τον στη σεπτή χορεία των Αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Έτσι, συγκαταριθμήθηκε και τυπικά ο Όσιος Νικηφόρος ο λεπρός στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας, εκεί όπου ο Θεός τον κατέταξε ήδη από την εδώ, επίγεια, παρουσία του και μέσα στην οποία ήδη διέλαμψε με το προορατικό και το θαυματουργικό χάρισμα.
Ευχή και προσδοκία μας να τιμάται δεόντως και στη Χίο ο Όσιος Νικηφόρος (κάτι που μέχρι σήμερα δεν συμβαίνει, δυστυχώς, εν αντιθέσει με την Αθήνα, την Κρήτη και άλλα μέρη που τιμάται ο Άγιος πανηγυρικά).
Μάλιστα την ίδια ημέρα τιμάται και άλλος τοπικός Άγιος, ο Όσιος Ονούφριος ο Διάκονος (εκ Τυρνόβου Βουλγαρίας) ο οποίος έπεσε στα χέρια των Αγαρηνών Τούρκων και παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο μαρτυρικά, στις 4 Ιανουαρίου 1818, στο νησί μας.
Η Χίος, στις 4 Ιανουαρίου εκάστου έτους οφείλει να ενθυμείται τους Αγίους της αυτούς και να ικετεύει τον πανοικτίρμονα Θεό δια πρεσβειών τους να μας λυτρώσει από τα δεινά που μας βασανίζουν ως λαός και ως έθνος.
“Τω καιρώ εκείνω, ήν ο Ιησούς εν μια των πόλεων, και ιδού, ανήρ πλήρης λέπρας. Και ιδών τον Ιησούν, πεσών επί πρόσωπον, εδεήθη αυτού, λέγων: Κύριε, εάν θέλης, δύνασαί με καθαρίσαι. Και εκτείνας την χείρα, ήψατο αυτού ειπών: Θέλω, καθαρίσθητι. Και ευθέως η λέπρα απήλθεν απ΄αυτού” (Λουκ. Ε΄, 12-14).
Όλοι μας είδαμε στον τηλεοπτικό σταθμό MEGA την περίφημη σειρά “Το Νησί” που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο (μυθιστόρημα) της Βικτόρια Χίσλοπ που έσπασε όλα τα ρεκόρ και έφθασε στο 70 % της τηλεθέασης και δικαίως, αφού τα παρουσιαζόμενα έχουν βγει μέσα από τα σπλάχνα του λαού.
Η όλη υπόθεση αναφέρεται στη ζωή των ασθενών στο Λεπροκομείο της Σπιναλόγκας, το μικρό αυτό ξερονήσι απέναντι από την Πλάκα, στην Ελούντα, στο Νομό Λασιθίου της Κρήτης (είχα την ευκαιρία να την επισκεφθώ το καλοκαίρι του 1990 με τον αείμνηστο ιατρό Γιώργο Πατηνιωτάκη και την, επίσης μακαριστή πλέον, σύζυγό του Χρυσούλα).
Η ιστορία αυτή μας μεταφέρει στο έτος 1939 (η Σπιναλόγκα έκλεισε το 1957 κι ενώ το 1948 βρέθηκε το αντιβιοτικό της νόσου του Χάνσεν) οπότε και οι προσβαλλόμενοι ασθενείς μεταφέρονταν υποχρεωτικά εκεί για να απομονωθούν, ζώντας σε άθλιες και ελεεινές συνθήκες.
“Περπατώντας στον δρόμο της Σπιναλόγκας, σταμάτησε και κράτησε την αναπνοή σου. Από κάποιο χαμόσπιτο τριγύρω σου θα ακούσεις τον απόηχο από κάποιο μοιρολόγι μιας μάνας, μιας αδελφής ή τον αναστεναγμό ενός άνδρα. Άφησε δυο δάκρυα από τα μάτια σου και θα δεις να λαμπυρίζουν εκατομμύρια δάκρυα που πότισαν αυτόν τον δρόμο”. Αυτά έγραφε ο Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης, τριτοετής φοιτητής της Νομικής, όταν το 1930 προσβλήθηκε από την νόσο του Χάνσεν, τυφλώθηκε και έχασε το ένα του χέρι. Όμως, αγωνίστηκε για την καλυτέρευση των συνθηκών των ανθρώπων της Σπιναλόγκας, ίδρυσε της “Αδελφότητα Ασθενών Σπιναλόγκας” και πέτυχε όσα κανείς άλλος γύρω από αυτή.
Στον οικισμό της Σπιναλόγκας λειτουργούσε η Εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα, με Ιερείς που λειτουργούσαν και κοινωνούσαν τους λεπρούς, κατέλυαν τη Θεία Κοινωνία και ουδέποτε ασθένησαν (απόδειξη του θαύματος της Θείας Κοινωνίας). Μάλιστα, υπήρξε και Ιερέας ο οποίος επέλεξε ηθελημένα να μείνει με τους ασθενείς δίχως ο ίδιος να νοσήσει. Αρκετοί Χανσενικοί παντρεύτηκαν εκεί, γέννησαν παιδιά που δεν αρρώστησαν ποτέ, ενώ με πρωτοβουλία της Αδελφότητας επήλθε κάποια βελτίωση στις άθλιες συνθήκες τα τελευταία χρόνια λειτουργίας του Λεπροκομείου. Τα σπίτια ασβεστώθηκαν, η υγιεινή των ασθενών ήταν πιο επιμελής, διανοίχθηκαν νέοι περιμετρικοί δρόμοι, φτιάχτηκαν οι μόλοι, συστάθηκε υπηρεσία καθαριότητας των εξωτερικών χώρων, κατασκευάστηκαν θέατρο και κινηματογράφος και από τα μεγάφωνα του δρόμου την ημέρα ακουγόταν ελαφρά, κλασική, μουσική. Λειτούργησαν καφενείο, βιβλιοθήκη και κουρείο και οι ασθενείς-εξόριστοι φρόντιζαν ο ένας τον άλλον, μελετούσαν και έκαναν όποια εργασία μπορούσαν για να βελτιώσουν τη ζωή τους.
Δράττομαι της ευκαιρίας αυτής και παραθέτω τούτες τις δυο σκέψεις για τον λόγο ότι, η ίδια ακριβώς κατάσταση υπήρχε και εδώ στη Χίο, στο Λωβοκομείο στον Κοφινά.
Το Λωβοκομείο της Χίου έκλεισε κι αυτό το έτος 1957, όταν οι εναπομείναντες 15 Χανσενικοί μεταφέρθηκαν στο Θεραπευτήριο Λοιμωδών Νόσων στην Αγ. Βαρβάρα – Αιγάλεω Αττικής. Κι εδώ υπήρχε ο Γέροντας της Παναγίας “Βοήθειας”, ο Άγιος Άνθιμος (Βαγιάνος) ο οποίος βρήκε στις αρχές της δεκαετίας του 1920 ένα Λεπροκομείο όπου η δυσωδία, η βαρβαρότητα και η πορνεία ήσαν στην πρώτη σειρά της καθημερινότητας.
Ο Γέροντας μέσα σε λίγα χρόνια, κι αφού έμεινε αρκετά στο Λωβοκομείο, λειτουργούσε, κήρυττε, κατηχούσε, άλλαξε άρδην τη ζωή των ασθενών. Οι ασθενείς που διαρκώς ήσαν ανήσυχοι βρήκαν στο πρόσωπό του τον καλό φίλο, τον στοργικό πατέρα, τον πιστό αδελφό. Αντί βλαστήμιες και τσιφτετέλια ακούγονταν πλέον σοφά λόγια και ο ένας επικουρούσε στα διακονήματα του άλλου. Ο Γέροντας πολλούς νουθέτησε, συνέτισε και έκανε μειλίχιους, ήρεμους, πράους, πιστούς. Οι ασθενείς πανηγύριζαν και στις τρεις εορτές τους, του Αγίου Λαζάρου (το ομώνυμο Σάββατο πριν την Κυριακή των Βαΐων) και της Οσίας Μελάνης και του Αγίου Ζωτικού του Ορφανοτρόφου (των προστατών τους, στις 31 Δεκεμβρίου), αλλά και την θαυματουργό Παναγία “Υπακοή” (στις 8 Σεπτεμβρίου), μάλιστα σε αρκετές από τις εορτές αυτές είχε λειτουργήσει ο Μητροπολίτης Παντελεήμων Φωστίνης (τέλη της δεκαετίας του 1940 και κατά τη δεκαετία του 1950). Στο Λωβοκομείο, από τα χέρια του Γέροντα, εκάρησαν αρκετοί Μοναχοί και Μοναχές ασθενείς, ενώ επιτελέσθηκαν δεκάδες θαύματα πολλά των οποίων καταγράφονται στα βιβλία της βιογραφίας του Αγίου Ανθίμου που εξέδωσε η Ιερά Μονή της Παναγίας Βοηθείας και οι συγγραφείς κ.κ. Αντώνιος Χαροκόπος και Πόπη Χαλκιά – Στεφάνου.
Μάλιστα, ένας υποτακτικός του Γέροντα ο Όσιος Νικηφόρος (Τζανακάκης), λεπρός και τυφλός, μεταφέρθηκε στο Θεραπευτήριο της Αγ. Βαρβάρας όπου και εκοιμήθη έπειτα από πολλά χρόνια (1964). Ο μοναχός αυτός είχε το προορατικό χάρισμα και μετέδιδε τεράστια ψυχική δύναμη σε όποιον τον επισκεπτόταν, έδειξε δε και “σημεία” (αγιότητας) μετά την κοίμησή του. Από τα γεγονότα αυτά είναι ολοφάνερο ότι η ποιότητα ζωής εξαρτάται πρωτίστως από εκείνους που εξουσιάζουν τον εαυτό τους, πώς τον εξουσιάζουν και πώς αντιλαμβάνονται τα πράγματα της ζωής.
Θα κλείσω το παρόν σημείωμα με μια φράση του αειμνήστου Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Πυρουνάκη: “Η μεγαλύτερη εξαχρείωση είναι να λατρεύεις τα δεσμά σου”.
Ο Άγιος Νικηφόρος δεν λάτρευσε τα δεσμά (σωματική ασθένεια) του αλλά τα αξιοποίησε προς δόξαν Θεού. Και αντί να γίνει ασθενής άνθρωπος με ασέβεια έναντι του Θεού, κέρδισε, δια της υπομονής, της επιμονής, της παρακλήσεως και της θείας παρηγορίας να ελκύσει την θεία πρόνοια και εν τέλει την θεία χάρη, αυτή που τον ανέδειξε θαυμαστό Άγιο και ικέτη στον θρόνο του Θεού για όλους εμάς τους αμαρτωλούς. Αυτού του Αγίου την πρεσβείαν και μεσιτείαν επιζητούμεν διακαώς και αενάως. Αμήν.-
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.