26.3.2024 12:47

Ανδρέας και Περσεφόνη Κουτσούδη: Οι εκ Χίου Αλεξανδρινοί γονείς του Αλέξανδρου Ιόλα

Μαικήνας των Τεχνών αποκαλείται ακόμη ο Αλέξανδρος Ιόλας, έστω κι αν συμπληρώνονται 37 συναπτά έτη από το θάνατό του. Ο Αλεξανδρινός διεθνής συλλέκτης και γκαλερίστας φεύγει από τη ζωή στις 8 Ιουνίου του 1987, ως ένα θύμα του AIDS, όταν η επιστήμη προσπαθούσε αγωνιωδώς να τιθασέψει τη μάστιγα που ενέσκηψε στην ανθρωπότητα τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Ο ίδιος αναδεικνύει στο παγκόσμιο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι δημιουργούς σαν τον Άντι Γουόρχολ και συνδέεται με καλλιτέχνες του κύρους του GiorgiodeChirico. Στα πρώτα του βήματα, χορευτικά αυτά, αφού ως χορευτής ξεκίνησε, συναναστρέφεται τον Κωστή Παλαμά και Άγγελο Σικελιανό, ενώ κοντά στη δύση του βίου του, όταν η Γαλλική Δημοκρατία τον παρασημοφορεί, πέφτει θύμα του «αυριανισμού» των 80s που τον λοιδορεί και κατασυκοφαντεί, με πρωτεργάτες «καταξιωμένα» σήμερα ονόματα από το χώρο της δημοσιογραφίας. Ας είναι. Ο Αλέξανδρος Ιόλας αποτελεί ένα τεράστιο κεφάλαιο στην προάσπιση, προαγωγή, προώθηση έργων τέχνης και δημιουργών, ένα χαμένο κεφάλαιο για τη χώρα, αφού η πρόθεσή του να δωρηθούν στο ελληνικό κράτος οι αμύθητης αξίας καλλιτεχνικές συλλογές του, εξαιτίας της σεμνοτυφίας και υποκρισίας της εποχής, καθίσταται εν τέλει ατελέσφορη. Ένα κεφάλαιο με χιώτικες ρίζες βεβαίως, στο οποίο το «ΠΑΡΕΛΘΟΝ» δεσμεύεται να επανέλθει. Συνοπτική, γλαφυρή όμως κατατοπιστική είναι η περιγραφή των Χιωτών γονέων του Συλλέκτη, Ανδρέα και Περσεφόνης Κουτσούδη, από την εγγονή τους Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα, στο βιβλίο της «Ο θείος μου Αλέξανδρος Ιόλας Ο άνθρωπος πίσω από τον μύθο», αποσπάσματα από το οποίο μεταφέρονται.

Μετανάστευση στην Αίγυπτο…

Ο πατέρας των τεσσάρων παιδιών, και παππούς μου, Ανδρέας Κουτσούδης, γεννήθηκε το 1881 στη Χίο. Ο πατέρας του είχε μύλους, κι έτσι εκείνος, από μικρός, δούλευε κοντά του. Η λιποψυχία τον ακολούθησε σε όλη του τη ζωή. Πολύ αργότερα, στην Αίγυπτο, σηκώθηκε από το χειρουργικό κρεβάτι και το έσκασε λίγο πριν ξεκινήσει προγραμματισμένη επέμβαση σκωληκοειδίτιδας. Ο Ανδρέας εγκατέλειψε τη Χίο για να πάει στην Αίγυπτο σε ηλικία δεκαέξι ετών. Αφορμή είναι ο μεγάλος σεισμός του 1881. Ο πληθυσμός που γλίτωσε άρχισε να μεταναστεύει με τις τράτες στη φιλόξενη Αίγυπτο, στη Νίκαια και στη Μασσαλία. …Εκεί, ο Ανδρέας ασχολήθηκε με το εμπόριο του βαμβακιού. Έγινε classificateur (ταξινομιτής) και ταξίδευε συχνά στην Άνω Αίγυπτο, για να ελέγχει την ποιότητα του βαμβακιού. Παράλληλα, έπαιζε στο Χρηματιστήριο, το οποίο είχε ξεκινήσει να λειτουργεί από πολύ νωρίς στη δεύτερη πατρίδα του κι εκείνος, λόγω του βαμβακιού, το παρακολουθούσε ανελλιπώς. Φαίνεται μάλιστα πως έπαιζε συστηματικά, άλλοτε με κέρδη και άλλοτε με ζημιές. …

H γιαγιά Περσεφόνη το γένος Ψαρού

Η καταγωγή του πατέρα της γιαγιάς Περσεφόνης, Ηλία Ψαρού και της μητέρας της, Αγγελικής ή Αγγεριώς, το γένος Στυλιανίδη, ήταν επίσης από τη Χίο, από το χωριό Ανάβατος. Σήμερα είναι ένα χωριό-φάντασμα, ακατοίκητο, αλλά πολύ γραφικό. Η Περσεφόνη ήταν ένα από τα επτά παιδιά της οικογένειάς της, τέσσερα κορίτσια και τρία αγόρια. …Ο Ανδρέας και η Περσεφόνη γνωρίστηκαν στην Αλεξάνδρεια. Η οικογένεια της γιαγιάς είχε πολύ μεγαλύτερη οικονομική άνεση από αυτήν του Ανδρέα. Ο Ιόλας μού διηγήθηκε σχετικά με τους γονείς του ότι: «Η Περσεφόνη, με το που τον είδε, λιποθύμησε. Ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Ο Ανδρέας ήταν αντικειμενικά όμορφος. Η οικογένειά της όμως ήταν αρνητικά προδιατεθειμένη γι’ αυτόν τον γάμο. Η Περσεφόνη έμεινε τρία χρόνια στο κρεβάτι, μέχρι οι γονείς της να ενδώσουν. Ο γάμος έγινε σε κλειστό οικογενειακό κύκλο». Ακόμα και αν έγιναν έτσι τα πράγματα, στην παραπάνω διήγηση υπάρχει μια δόση υπερβολής. Άλλωστε, ο Ιόλας λάτρευε τις υπερβολές. Κατά τη γνώμη του, ήταν ένδειξη πάθους και θεωρούσε πως αυτό ήταν το μαγικό κλειδί της επιτυχίας. Αυτή είναι η μόνη εκδοχή της ιστορίας που γνωρίζω, αφού κανένα άλλο από τα τρία αδέλφια δεν μου μίλησε ποτέ για τη γνωριμία του Ανδρέα και της Περσεφόνης. Απόγονοί τους ήταν ο Κωνσταντίνος Κουτσούδης (μεταγενέστερα Αλέξανδρος Ιόλας), γεννημένος στις 26 Μαρτίου του 1908, ο πατέρας μου Δημήτρης, στις 15 Μαρτίου του 1909, ακολουθούν τα κορίτσια, η Νίκη την 1η Απριλίου του 1912 ή 1913 και τελευταία η Ηρώ, γεννημένη Οκτώβριο, αγνώστου έτους. Πάντα έκρυβε την ηλικία της και ήταν απαγορευμένο να κάνει κάποιος περαιτέρω ερωτήσεις επί του θέματος. ….

Το «ζήτω» της Περσεφόνης

…..Η Περσεφόνη στα νιάτα της ήταν αριστοκρατική φυσιογνωμία. Τα χρόνια που την έζησα εγώ, εκείνη ήταν 62-63 ετών και ήταν εμφανισιακά πραγματική γιαγιά, άσπρα μαλλιά πιασμένα σε κότσο. Ως νεαρή κοπέλα υπήρξε επαναστάτρια. Κάπνιζε κρυφά στην τουαλέτα μαζί με τις υπόλοιπες αδελφές της και ήταν βασιλικών φρονημάτων. Την Κυριακή, που συνόδευε τον παππού στην εκκλησία, με τα τέσσερα παιδιά της ντυμένα ναυτάκια, ύψωνε τη φωνή της κραυγάζοντας «ζήτω» όταν ο πατριάρχης Αλεξανδρείας μνημόνευε τον βασιλιά και αγνοούσε τον παππού που, την ίδια στιγμή, κραύγαζε δυνατά «σκατά», ως πιστός Βενιζελικός. Ταυτόχρονα, όμως, ήταν υποταγμένη και στο γυναικείο μοντέλο της εποχής. Αφιέρωνε τον χρόνο της αποκλειστικά στα τέσσερα παιδιά της, ενώ ζούσε τα οικονομικά σκαμπανεβάσματα του συζύγου της, καθώς και τις απιστίες του. Ο παππούς ήταν απίστευτος γυναικάς. Κάποια στιγμή, στην Αίγυπτο, αποφάσισε να παρακολουθήσει μαθήματα γαλλικών. Γοητευμένος από τη δασκάλα του, δεν άντεξε στον πειρασμό και εκδηλώθηκε. Καθώς η γιαγιά περνούσε αμέριμνη από το χολ, κοίταξε τυχαία στον καθρέφτη και είδε τον παππού να της δίνει ένα φιλί στο στόμα….

Ο καπνιστής και γυναικάς Ανδρέας

… Ο παππούς (Ανδρέας) έζησε μέχρι τα βαθιά γεράματα, πάντα κεφάτος, ακόμα και τότε που άρχισε να έχει άνοια. Εκτός από γυναικάς, ήταν και φανατικός καπνιστής, από τα δώδεκα χρόνια του. Ρουφούσε τον καπνό μέχρι να σβήσει το τσιγάρο στα τραχιά, κιτρινισμένα δάχτυλά του. Στην Ελλάδα αγόραζε κούτα «Άρωμα» Κεράνης που περιείχε ενενήντα τσιγάρα. Τη νύχτα τον άκουγα πολλές φορές να παίζει τάβλι μόνος στο δωμάτιό του. Μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, αφουγκραζόμουν τον ήχο από τα ζάρια και το γέλιο του όταν κέρδιζε την παρτίδα. Σχετικά νέος είχε χάσει το ένα μάτι από γλαύκωμα και φορούσε ένα γυάλινο στη θέση του. Τη νύχτα, το έβγαζε και το βουτούσε σε ένα ποτήρι με νερό. Η θεία Ηρώ, η νοικοκυρά της οικογένειας, του είχε πλέξει με το βελονάκι ένα κιτρινοπράσινο πλεκτό καπάκι, για να σκεπάζει το ποτήρι. Ένα βράδυ, ήπιε κατά λάθος το νερό και κόντεψε να πνιγεί όταν του στάθηκε το γυάλινο μάτι στον λαιμό. Όταν το διηγείτο την επομένη, σπαρτάριζε στο γέλιο. … …Το εμπόριο τον είχε διδάξει ουκ ολίγα και βγήκε πολλές φορές αληθινός στην κρίση του. …

Το μοιραίο πέσιμο

… Στα ογδόντα τρία του σκαρφάλωσε σε μια συκιά για να κόψει σύκα, αλλά τσακίστηκε πέφτοντας στις πέτρες, που είχαν ξεχαστεί εκεί από τους εργάτες. «Αχ, παιδί μου! Η καρδιά μου είναι δεκαοκτάχρονου, αλλά το σώμα το άτιμο δεν ακολουθεί» παραπονιόταν. Μετά το πέσιμο, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση, αν και αργή. Οι γιατροί τον είχαν ξεγραμμένο. Έπαιρναν λοιπόν κάθε τόσο τον γιο του Μίμη από το γραφείο τελετών για να μάθουν αν συνέβη το μοιραίο. «Τον περιμένουμε, από στιγμή σε στιγμή» άκουγα να απαντά στερεότυπα o πατέρας μου. Λάθος όμως. Ο παππούς δεν το έβαλε κάτω. Μόλις άρχισε να συνέρχεται στο νοσοκομείο, θυμήθηκε και το τραγούδι. Είχε στεντόρεια φωνή και τη νύχτα έβγαζε κορόνες και ξυπνούσε τους υπόλοιπους ασθενείς, ενώ κάθε φορά που περνούσε καμιά νοσοκόμα από δίπλα του τη χούφτωνε. Ο παππούς έζησε ακόμα πέντε χρόνια. «Καλή κράση» έλεγαν οι γιατροί. Θα μπορούσε σίγουρα να είχε ζήσει πολύ περισσότερο αν δεν γκρεμιζόταν από τη συκιά. Του άρεσε η ζωή και είχε σεξουαλικές ορμές μέχρι τέλους. Δεν θα ξεχάσω μια γειτόνισσα που μπαινόβγαινε συχνά στο δωμάτιό του, άκουγα περίεργους ήχους κάθε φορά που ερχόταν. Προς το τέλος της ζωής του, η άνοια τον έκανε να λησμονεί τα πρόσφατα γεγονότα και πολλές φορές δεν αναγνώριζε ούτε τα οικεία πρόσωπα. … … Ο Ανδρέας ως παππούς ήταν εξαιρετικός, ενώ ως πατέρας υπήρξε σίγουρα ιδιαίτερα δύσκολος, απαίδευτος και πεισματάρης. Τα χρόνια που ήταν υγιής, θυμάμαι γενικά εντάσεις. Την ίδια στιγμή, όμως, υπήρχε και ένα απίστευτο παθολογικό δέσιμο. Όλοι μαζί δεν έκαναν και χώρια δεν μπορούσαν, σκεφτόμουν. Όταν έφυγε από τη ζωή, στην κηδεία ήμασταν μόνο ο πατέρας μου κι εγώ. Κανένα από τα άλλα τρία παιδιά του δεν ήρθε….

Πηγή: «Ο θείος μου Αλέξανδρος Ιόλας» Εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ, Αθήνα, Σεπτέμβριος 2021.

Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ