Ο Βίλχελμ Φραντς Κανάρις, στα γερμανικά Wilhelm Franz Canaris, σύμφωνα με τη wikipedia, γεννήθηκε το 1887 στο Απλερμπέκ της Γερμανίας, για να απαγχονιστεί στο στρατόπεδο Φλόσενμπεργκ, από το χιτλερικό καθεστώς που υπηρέτησε, πριν την οριστική του κατάρρευση το 1945.
Γερμανός ναύαρχος, από τους πλέον αξιόλογους του ναζιστικού καθεστώτος , υπηρέτησε ως αρχηγός της Υπηρεσίας Αντικατασκοπείας του γερμανικού Γενικού Επιτελείου, άρχισε την καριέρα του, σημειώνοντας επιτυχίες και κατά τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο ίδιος ισχυριζόταν ότι καταγόταν από την οικογένεια του Έλληνα Ψαριανού ναυάρχου και αγωνιστή της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ηρωικό μπουρλοτιέρη και μετέπειτα πολιτικό Κωνσταντίνο Κανάρη, όμως αυτή η θέση έχει διχάσει τους ερευνητές, αφού είναι ενδεχόμενο να τη χρησιμοποιούσε για προπαγανδιστικούς λόγους και λόγους που εξυπηρετούσαν αποκλειστικά τα ναζιστικά συμφέροντα.
Πιο συγκεκριμένα υποστήριζε ότι αναζητώντας το γενεαλογικό του δένδρο, είχε βρει πως η οικογένειά του καταγόταν άμεσα από τον Θωμά Κανάρη, που είχε εγκατασταθεί στην Γερμανία περί τα τέλη του 17ου αιώνα. Πράγματι, το επίθετο Κανάρις δείχνει ότι ίσως να υπάρχει κάποια σχέση, πλην όμως η ακριβής καταγωγή του δεν διασταυρώθηκε.
Οι σύγχρονοι ιστορικοί πάντως πιστεύουν το αντίθετο, ενώ το γεγονός ότι ο Κανάρις έκανε λαμπρή σταδιοδρομία στο Ναυτικό, φτάνοντας στο βαθμό του ναυάρχου, είναι ένα επιπλέον στοιχείο, με απόλυτα όμως υποκειμενική διάθεση.
Για τη συγγένειά του με το μεγάλο Ψαριανό υποστήριζε ότι ακολούθησε την ελληνική παράδοση, που θέλει τους απογόνους να κρατούν τις παραδόσεις και στην επαγγελματική πορεία, ακολουθώντας αυτή των γονέων ή προγόνων.
Ο ναύαρχος και πρωθυπουργός της Ελλάδας Κ. Κανάρης απεβίωσε το 1877, του οποίου εγγονός υπήρξε ο Κλάους - Βίλχελμ Κανάρις (Claus-Wilhelm Canaris), καθηγητής της Νομικής στην Γερμανία, παιδί του γιού του Λυκούργου.
Σύμφωνα με έρευνα του διπλωματούχου στρατιωτικής ιστορίας της Φιλοσοφικής Σχολής Άαχεν Ιακώβου Χονδροματίδη, ο Κανάρις βρέθηκε στην Ελλάδα για πρώτη φορά με τους γονείς του σε διακοπές, το καλοκαίρι του 1902 και τότε γνώρισε την ιστορία και τη δράση του Έλληνα ήρωα, γεγονός που εξήψε τη φαντασία του. Λέγεται ότι τότε ο πατέρας Κανάρις, χάρισε μια προτομή του Κ. Κανάρη στο γιό του και κέντρισε το ενδιαφέρον του για τη θάλασσα και τη ναυτική τέχνη. Αργότερα έλληνας διπλωμάτης διαβεβαίωνε ότι πορτραίτο του Έλληνα ναυάρχου κοσμούσε το σαλόνι του φον Βίλχεμ Κανάρις στο Βερολίνο, όταν πλέον ήταν αρχηγός της Άμπβερ.
Σε πρόσφατο βιβλίο αναγράφεται ότι τελικά ο Κανάρις βρήκε την πραγματική ρίζα της οικογενείας του το 1943 στην Λομβαρδία. Η αντίστοιχη ιταλική οικογένεια, από την οποία προήλθε ο κλάδος της αντίστοιχης Γερμανικής, έφερε το όνομα Canarisi.
Ο Κανάρις το 1905 κατατάσσεται στο Πολεμικό Ναυτικό κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρετεί αρχικά με μεγάλη επιτυχία στο γερμανικό υποβρυχιακό στόλο και ορίζεται κυβερνήτης στο καταδρομικό «Δρέσδη».
Μετά τον πόλεμο, το 1920, διορίζεται ναυτικός υπασπιστής του Υπουργού Στρατιωτικών Γκούσταφ Νόσκε και από την θέση αυτή συμβάλει σημαντικά στην οργάνωση της δολοφονίας της Ρόζα Λούξεμπουργκ και του Καρλ Λίμπκνεχτ. Με τις σχετικές ανακρίσεις να ανατίθενται στον ίδιο, το αποτέλεσμα είναι οι περισσότεροι κατηγορούμενοι να αθωωθούν. Είναι η εποχή που αναπτύσσει ισχυρά αντικομουνιστικά αισθήματα και ως εκ τούτου συντάσσεται με το ανερχόμενο εθνικιστικό κίνημα.
Στις 5 Ιανουαρίου του 1935 ο ναύαρχος Κανάρις σε ηλικία 47 ετών αναλαμβάνει επικεφαλής της διεύθυνσης Κατασκοπείας και αντικατασκοπίας (Abwehr).
Από τη νευραλγική αυτή θέση βρέθηκε πολύ κοντά στις μυστικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Άγγλων και Γερμανών, για τον ρόλο που μπορούσε να παίξει ο Χίτλερ στην Ευρώπη, ενώ αποκαλύφθηκε πως και ο ίδιος υπήρξε το κύριο πρόσωπο αυτών των δραστηριοτήτων, σε μια πολιτική των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, αναχαίτισης του κομμουνισμού και της επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης του Στάλιν στη Γηραιά Ήπειρο.
Το 1938, ωστόσο, υποπίπτουν στην αντίληψή του τα εγκλήματα που διαπράττουν οι φασίστες του Φράγκο στον ισπανικό Εμφύλιο και ηγείται μιας μικρής ομάδας γερμανών αξιωματικών που ανακαλύπτει ότι ο ναζισμός που υπηρετούν δεν διαφέρει και πολύ στις ιδέες και στις πρακτικές.
Τότε έρχεται σε πρώτη επαφή με τις αγγλικές μυστικές υπηρεσίες, ξεκινά μια υποβόσκουσα αντιχιτλερική, αλλά πολύ προσεκτική δράση, που θα γίνει αντιληπτή λίγο πριν την κατάρρευση του καθεστώτος για να απαγχονιστεί τον Απρίλιο του 1945. Βρετανοί αξιωματούχοι αμέσως μετά τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας δήλωσαν για τον Κανάρι ότι ήταν «ένας εξαιρετικά γενναίος άνθρωπος... αλλά και τόσο άτυχος».
Όταν ξέσπασε ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος στις 28 Οκτωβρίου του 1940, η είδηση του οποίου έπεσε ως κεραυνός στο Γερμανικό Επιτελείο, ο Κανάρις προσπάθησε να τον σταματήσει άμεσα.
Στη Μαδρίτη συναντά τον πρέσβη της Ουγγαρίας στρατηγό Αντόρκα, φίλο του και φίλο του εκεί Έλληνα πρέσβη Αργυρόπουλου. Στις 17 Δεκεμβρίου ο Αντόρκα πληροφορεί τον Αργυρόπουλο για μια γερμανική πρόταση ανακωχής με όρους μεταξύ άλλων, κατά τους οποίους η Γερμανία θα βοηθούσε την άμεση κατάπαυση του πυρός, τη διατήρηση των εδαφών κατάληψης από τον ελληνικό στρατό, την εγγύηση του στάτους κβο και το απαραβίαστο των νέων συνόρων έναντι του μοναδικού όρου, της επαναφοράς της Ελλάδας στην «αυστηρή ουδετερότητα» και την εγκατάλειψη του ελληνικού εδάφους από τους Άγγλους.
Ο πρέσβης έσπευσε να τηλεγραφήσει τη γερμανική πρόταση, με ταυτόχρονη θετική εισήγηση στην Αθήνα, η οποία όμως απορρίφθηκε.
Στις συνεχείς πιέσεις της γερμανικής διπλωματίας μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου του 1940, για αποδοχή από την πλευρά της Ελλάδας της πρότασης Κανάρι προστίθεται ένα ακόμη γεγονός, όχι ενδεχομένως τυχαίο, που πρέπει να συνδέεται με τον επικεφαλής της Abwehr: Ανήμερα τα Χριστούγεννα προσγειώνεται στο αεροδρόμιο του Χασανίου, του μετέπειτα Ελληνικού, ένας «μυστηριώδης Ισπανός» με όνομα Γκρατσία Πονιέρο, τον οποίον παρέλαβε, ένας δραστήριος ναυλομεσίτης του Πειραιά και προσωπικός του φίλος, ο Ανδρέας Καρπαθάκης, τον φιλοξένησε στη βίλα του στη Φρεαττύδα, που ήδη φρουρούσαν ένοπλοι Γερμανοί πράκτορες.
Εκεί ο «Γκρατσία Πονιέρο» συναντήθηκε με τον στρατιωτικό ακόλουθο της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα συνταγματάρχη Κρίστιαν φον Κλεμ, καθώς και με τον Έλληνα στρατηγό Τέτση, εκπρόσωπο του Μεταξά και αρχηγό του Στρατιωτικού Οίκου του βασιλιά Γεωργίου του Β΄. Όπως πιθανολογείται πρόκειται για τον ίδιο το γερμανό ναύαρχο, ο οποίος υπηρετώντας πάντα τα συμφέροντα της Γερμανίας, επεδίωξε, με σκοπιμότητα ή όχι, να αποφύγει η Ελλάδα τις οδυνηρές συνέπειες του πολέμου.
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.