Μια τυχαία αναζήτηση στο διαδίκτυο «ξέθαψε» την απίστευτη ιστορία ενός νεαρού αγωνιστή ενάντια στη δικτατορία. Διωγμοί, φυλακίσεις, βασανιστήρια και η εξαφάνιση.
Εκείνα τα δύσκολα χρόνια ένας μάρτυρας μετέφερε όπως είπε τον 23χρονο Σταύρο Κιολέογλου από τη Χίο στο Κάλιαρι της Σαρδηνίας και είδε τη σκιά του να χάνεται στο μόλο…
Ακολούθησαν σαράντα επτά χρόνια σιωπής και ξαφνικά ένα φως άναψε για την οικογένεια του.
Η ανιψιά του εντόπισε άρθρα με την υπογραφή του στην ιστοσελίδα του δημόσιου Πανεπιστημίου της Ρώμης «Λα Σαπιέντσα» και σε ιστοσελίδα του Σαν Φρανσίσκο. Παρά τις προσπάθειες η οικογένεια δεν κατάφερε να βρει τον συγγραφέα τους.
Το «Τούνελ» ήρθε σε επαφή με την Ιταλική εκπομπή αναζήτησης αγνοουμένων Chi l’ha visto. Όπως συνέβη και για άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν έτσι και τώρα οι Ιταλοί δημοσιογράφοι προσφέρθηκαν να βοηθήσουν στην έρευνα για τον Σταύρο Κιολέογλου που χάθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1971.
«Εγώ είμαι ο φοιτητής που έγραψα τα άρθρα…»
Η έρευνα μες στη νύχτα έδειξε ότι ο φοιτητής Σταύρος Κιολέογλου που εμφανίζεται να υπογράφει τα άρθρα , γεννήθηκε το 1982 και αποφοίτησε το 2013 από την Ιατρική Σχολή.
Η εκπομπή τον εντόπισε και αποκαλύφθηκε μια απίθανη σύμπτωση.
«Εγώ είμαι ο φοιτητής με τον κωδικό που παρουσιάσατε και έχω το ίδιο όνομα με τον αγνοούμενο. Πρόκειται για απλή συνωνυμία. Γνώριζα την ύπαρξη και τη δράση αυτού του ανθρώπου από μικρά αφιερώματα που βρήκα στο διαδίκτυο, αλλά δεν ήξερα ότι αγνοείται. Εύχομαι η οικογένεια του να πάρει την απάντηση που τόσο επιθυμεί», ανέφερε στο «Τούνελ».
Η ιδεολογία, ο αγώνας, οι διωγμοί και τα βασανιστήρια…
H αδελφή του αγνοούμενου Μαρκέλλα Κολιέογλου ξεδίπλωσε τις μνήμες μιας ολόκληρης ζωής, από το σπίτι που μεγάλωσε με τα δυο της αδέλφια και που ζει μέχρι σήμερα και η ίδια, στο Βροντάδο Χίου.
Οι γονείς τους ζούσαν με δημοκρατικές ιδέες και αξίες. Μέσα σ’ αυτό το πνεύμα ο αγνοούμενος αδελφός της Σταύρος άρχισε από τα γυμνασιακά του κιόλας χρόνια να δείχνει την ανήσυχη και ελεύθερη φύση του.
Η στάση του ενοχλούσε τους καθηγητές του στο Γυμνάσιο Βροντάδου. Στην πέμπτη τάξη, λόγω της συμπεριφοράς του που αντανακλούσε την ιδεολογία του, τον απέβαλαν. Την επόμενη χρονιά πήγε στο Γυμνάσιο αρρένων της Χίου, αλλά απεβλήθη κι από κει και μάλιστα δόθηκε εντολή να μη γίνει δεκτός σε κανένα άλλο σχολείο του νησιού. Ο τότε γυμνασιάρχης των Καρδαμύλων που είχε περισσότερο φιλελεύθερες αντιλήψεις, θέλησε να τον βοηθήσει και να του δώσει απολυτήριο. Προϋπόθεση να διανύει καθημερινά τριάντα πέντε χιλιόμετρα «πήγαινε- έλα» για να φοιτήσει στο σχολείο του, κάτι που ο Σταύρος έκανε, γιατί ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο.
«Ο τότε διοικητής της Ασφάλειας, σε μια από τις πολλές «συναντήσεις» μαζί του, του είπε πως θα προτιμούσε να του κοπούν τα χέρια παρά να του δώσει το περίφημο χαρτί «κοινωνικών φρονημάτων» που ήταν απαραίτητο για την εγγραφή του στο Πανεπιστήμιο. Ο Σταύρος με πείσμα έδωσε εξετάσεις, πέρασε στη Φιλοσοφική Σχολή, αλλά δεν πήρε ποτέ αυτό το χαρτί», τόνισε η αδελφή του συγκινημένη.
Ο Σταύρος Κιολέογλου τελείωσε το σχολείο το 1966 και με την εγκαθίδρυση της Χούντας το «κυνηγητό» έγινε μεγαλύτερο. Δύο χρόνια αργότερα το τότε καθεστώς γιόρταζε την πρώτη του επέτειο. Ο Σταύρος αντιδρώντας στη Χούντα, σήκωσε μεσίστια την Ελληνική σημαία μπροστά από το ανθοπωλείο που διατηρούσε τότε η μητέρα του, σαν ένδειξη πένθους. Η πράξη αυτή ήταν η αφορμή για να συλληφθεί, να περάσει από στρατοδικείο και να φυλακιστεί. Από κει και πέρα ξεκίνησε μια μεγάλη περιπέτεια για τον ίδιο και την οικογένεια του με συνεχείς φυλακίσεις και αποφυλακίσεις. Τον Μάρτιο του 1969 συνελήφθη σαν ανυπόταχτος και οδηγήθηκε στο στρατοδικείο. Σε σχετική ερώτηση του στρατοδίκη, απάντησε: «Αρνούμαι να υπηρετήσω ένα τέτοιο καθεστώς».
Φυλακίστηκε ξανά για δύο χρόνια στις φυλακές Κέρκυρας και υπέστη πολλά βασανιστήρια.
«Αν συμβεί κάτι θα το μάθετε από τους ανθρώπους μου…»
Ο Σταύρος Κιολέγλου το καλοκαίρι του ’71 έγινε μέλος της Ελληνο-ευρωπαϊκής Κίνησης Νέων, με σκοπό τον αντιδικτατορικό αγώνα.
Τον Νοέμβριο της ίδια χρονιάς κι ενώ ήταν στο σπίτι του στη Χίο έλαβε ένα τηλεφώνημα και είπε στην αδελφή του πως θα έφευγε για την Αθήνα.
«Εκείνο το πρωινό ήταν η τελευταία φορά που τον είδαμε. Όταν τον ρώτησα πως θα μπορούσα να επικοινωνήσω μαζί του, μου απάντησε πως αν συνέβαινε κάτι, θα μας ειδοποιούσαν οι δικοί του άνθρωποι. Ο Σταύρος χάθηκε, οι δικοί του άνθρωποι ποτέ δεν φάνηκαν να μας πουν οτιδήποτε… Πολλά μπορούμε να σκεφτούμε για την τύχη του. Φτάνουμε όμως πάντα σε ένα αδιέξοδο. Ο μόνος λόγος που δεν παρουσιάστηκε ήταν γιατί μπορεί να εντάχθηκε σε μια ομάδα που με τον δικό της τρόπο προσπαθούσε για τη δημοκρατία. Αλλιώς δεν θα είχε κανένα άλλο λόγο να μην έρθει σε επαφή με την οικογένεια του με την οποία ήταν τόσο δεμένος…», ανέφερε η αδελφή του συγκινημένη, και συνέχισε: «Θέλω να ελπίζω, ότι ζει, ότι υπάρχει…».
« Όταν δεν ήρθε στο ραντεβού ζωής, κατάλαβα…»
Ένας από τους παιδικούς φίλους και συνομήλικος του Σταύρου Κιολέογλου που μίλησε στο «Τούνελ», τον περιέγραψε σαν έναν σκληρό και ασυμβίβαστο νέο που δεν υπάκουε στους πολιτικούς κανόνες της εποχής.
«Ήταν πανέξυπνος, πολύ διαβασμένος και εμείς ήμασταν οι μαθητές του. Μας μοίραζε απαγορευμένα βιβλία της νεολαίας Λαμπράκη. Επειδή μας κυνηγούσαν οι καθηγητές, τα κρύβαμε. Ο Σταύρος τα έθαβε σε απίθανα σημεία. Στα κεραμίδια, στο κοτέτσι… Η δράση του ενοχλούσε και ήταν βέβαιο πως η Χούντα θα αντιδρούσε, αλλά δεν συμβιβαζόταν… Όταν χάθηκε νόμιζα πως τον σκότωσαν», ανέφερε.
Άλλος φίλος του περιέγραψε στην ρεπόρτερ της εκπομπής πως με τον Σταύρο τους συνέδεσαν τα κοινά οράματα και ιδανικά και απέκτησαν στενές σχέσεις.
«Ήταν ιδιαίτερα χαρισματικός και καλλιεργημένος. Σιγά- σιγά μαζευτήκαμε λίγοι φίλοι και λέγαμε πως ήμασταν «οι Λαμπράκηδες». Ο Σταύρος όποτε έφευγε από το νησί και επισκεπτόταν την Αθήνα έκανε παρέα με τον Ανδρέα Λεντάκη. Πριν ακόμα εγκαθιδρυθεί η Χούντα θυμάμαι πως μου έλεγε πως ήθελε να φύγει για το εξωτερικό. Είχε φιλοδοξίες και ήθελε να σπουδάσει. Όταν έμαθα πως χάθηκε σκέφτηκα πως «τα κατάφερε ο μπαγάσας και έφυγε για το εξωτερικό». Δεν φανταζόμουν πως δεν θα είχαμε ξανά νέα του…», τόνισε συγκινημένος.
Τα μέλη της παρέας του Σταύρου όταν τελείωσαν το σχολείο, είχαν δώσει ένα ραντεβού ζωής. Να συναντηθούν τα μεσάνυχτα της 31ης Ιουλίου προς 1η Αυγούστου του 1980, με σκοπό να κάνουν έναν απολογισμό για όσα θα είχαν καταφέρει μέχρι τότε.
«Δεν ήρθε στο ραντεβού μας. Στεναχωρήθηκα πολύ. Ήταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα πως κάτι δεν πήγαινε καλά», τόνισε ο ένας από τους φίλους του συγκινημένος.
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.