Διευκρινήσεις, έστω και καθυστερημένα, δίνει στην τοπική κοινωνία της Χίου η Πρυτανική Αρχή του Πανεπιστημίου Αιγαίου εμμένοντας στη θέση της ότι το κόστος που απαιτείται για τη θεμελίωση κτιρίου σε ασταθές υπέδαφος είναι σχεδόν απαγορευτικό για το ίδρυμα.
Η Πρυτανική Αρχή, σε ένα μακροσκελέστατο κείμενο αναλώνεται στην ήδη γνωστή ιστορία της περίφημης αξιοποίησης των Ταμπάκικων με σκοπό τη μετατροπή τους σε Πανεπιστημιούπολη ενώ καταλήγει στη γενικόλογη τοποθέτηση ότι «η σύγκλητος του Ιδρύματος εξετάζει όλες τις προτάσεις που έχουν τεθεί υπόψη της».
Το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του για ιδιόκτητες κτιριακές εγκαταστάσεις στη Χίο, αποφάσισε, στο τέλος της δεκαετίας του ’90, να εξετάσει την εγκατάσταση των δραστηριοτήτων του στην περιοχή «Ταμπάκικα» του Δήμου Χίου σε μία έκταση περίπου 35.000 τ.μ. που περιλαμβάνει παλαιά βιομηχανικά κτίρια, θέλοντας να παρεμβάλει μεταξύ των παραχωρηθέντων χώρων (κτίρια Μιχάλειο, Κοραή και Καρραδείου Σχολής) στην πόλη της Χίου και των Φοιτητικών Κατοικιών Χίου, ένα σύγχρονο συγκρότημα κτιρίων για εκπαιδευτικούς, ερευνητικούς και διοικητικούς σκοπούς, θεωρώντας ότι θα μπορούσε να αναστήσει, τουλάχιστον εξωτερικά, τα βιομηχανικά κτίρια που υπάρχουν στην περιοχή, συμπληρώνοντάς τα με νέα, για να καλυφθούν οι ανάγκες του. Για το λόγο αυτό ξεκίνησε και με την προοπτική της ίδρυσης των νέων Τμημάτων (Ναυτιλίας και Επιχειρηματικών Υπηρεσιών, Μηχανικών Οικονομίας και Διοίκησης, Τουρισμού) τις διαδικασίες αγοράς των ακινήτων από τους παλαιούς ιδιοκτήτες των Βυρσοδεψείων.
Προηγήθηκε το 1999 η «Μελέτη ανάπτυξης των κτιριακών εγκαταστάσεων» της περιοχής, όπου προτείνεται η χωροθέτηση των λειτουργιών (Ακαδημαϊκά Τμήματα, Βιβλιοθήκη, Αμφιθέατρα, Φοιτητική Λέσχη κλπ), η χρήση των υπαρχόντων και η κατασκευή των νέων κτιρίων. Με βάση αυτή τη μελέτη το Πανεπιστήμιο Αιγαίου προκήρυξε διαγωνισμό με χρήματα του ελληνικού δημοσίου, αποτέλεσμα του οποίου ήταν η αγορά τμήματος ακινήτου από την υπό εκκαθάριση Α.Ε. «Ν. ΖΑΦΕΙΡΑΚΗΣ & ΥΙΟΙ ΑΕΒΕ», στις αρχές του 2003. Στη συνέχεια με δωρεά, από δύο έγκριτες εφοπλιστικές οικογένειες τη Χίου, το 2003 και 2005, το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, απέκτησε τα ακίνητα ιδιοκτησίας Μερούση (από δωρεά των υιών Κων/νου Μ. Λω) και κληρονόμων Καραμαούνα (δωρεά της οικογένειας Καλαμωτούση).
Συγχρόνως με την απόκτηση των ακινήτων, ξεκίνησαν οι διαδικασίες εκπόνησης των απαραίτητων μελετών και εγκρίσεων σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο, προκειμένου να «ωριμάσουν» τα απαιτούμενα έργα, ώστε να ενταχθούν σε κάποιο πρόγραμμα χρηματοδότησης. Στο πλαίσιο αυτών των ενεργειών, συντάχθηκαν «Μελέτη χαρακτηρισμού χώρου για Πανεπιστημιακή χρήση και όρων δόμησης», που διαβιβάσθηκε στο Δήμο Χίου το 2004, Προκαταρκτικές μελέτες κτιριακών έργων, Τοπογραφικές μελέτες, Γεωτεχνική έρευνα – μελέτη, Μελέτη αντοχής λιθοδομής και διερεύνηση θεμελίωσης κτιρίων, εκπονήθηκαν κτιριολογικά προγράμματα, έγινε αποτύπωση κτιρίων, έγινε συνεργασία με την αρχαιολογική υπηρεσία, δεδομένου ότι τα οικόπεδα ανήκουν σε κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο, κλπ.
Τόσο η γεωτεχνική έρευνα και μελέτη που ανατέθηκε στο γραφείο «Γεωτεχνικές έρευνες ΑΤΕ», τον Μάρτιο του 2004 για τα οικόπεδα «Ζαφειράκη» και «Μερούση» και ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2004, όσο και η «Έκθεση επί των γεωτεχνικών συνθηκών οικοπέδων του Παν. Αιγαίου στα Ταμπάκικα Χίου», που εκπονήθηκε από το ΕΜΠ, Σχολή Πολ. Μηχανικών, Τομέας Γεωτεχνικής το 2009, καταλήγουν, για το οικόπεδο Μερούση, ότι μέχρι το βάθος των 13,40 μέτρων το έδαφος αποτελείται από σχηματισμούς οι οποίοι κρίνονται ως «επιδεκτικοί» σε ρευστοποίηση και απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή στον έλεγχο των στοιχείων θεμελίωσης στη σεισμική φόρτιση. Από τη μελέτη προτείνεται τόσο η θεμελίωση στα νέα κτίρια, όσο και η πιθανόν απαιτούμενη ενίσχυση της θεμελίωσης για τα υφιστάμενα κτίρια, να γίνει με πασσάλους μήκους της τάξεως των 20 μέτρων. Επίσης επισημαίνεται ότι το κόστος των γεωτεχνικής φύσεως επεμβάσεων και κατασκευών θα είναι πολύ σημαντικότερο στην υπόψη περιοχή, συγκριτικά με ίδιας έκτασης και φύσεως έργα που θεμελιώνονται σε εδάφη που δεν έχουν τα συγκεκριμένα προβλήματα και συνιστάται να μην υποτιμηθεί η ανάγκη εκπόνησης ειδικών γεωτεχνικών μελετών. Για το οικόπεδο Ζαφειράκη οι μελέτες συμφωνούν ότι οι γεωτεχνικές συνθήκες είναι πολύ ευνοϊκότερες και επιτρέπεται η εφαρμογή επιφανειακών θεμελιώσεων.
Τον Απρίλιο του 2012 ανατέθηκε στο Eργαστήριο Εδαφομηχανικής, Θεμελιώσεων και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής ΑΠΘ η ολοκληρωμένη γεωτεχνική έρευνα και χαρτογράφηση των γεωτεχνικών συνθηκών στο οικόπεδο ‘Καραμαούνα’ . Τα συμπεράσματα της εν λόγω έρευνας ήταν παραπλήσια με αυτά για το οικόπεδο Μερούση. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της γεωτεχνικής έρευνας διαπιστώνεται ότι οι επιφανειακοί εδαφικοί σχηματισμοί στην περιοχή «Καραμαούνα» παρουσιάζουν γενικά μικρή αντοχή και υψηλή παραμορφωσιμότητα και σε περίπτωση ισχυρού σεισμού ο κίνδυνος ρευστοποίησης είναι σχετικά υψηλός. Οι διαπιστώσεις σημαίνουν ότι επιβάλλεται η λήψη μέτρων βελτίωσης του υπεδάφους προκειμένου να παραληφθούν με ασφάλεια τα φορτία των κτιρίων και να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα του κινδύνου ρευστοποίησης. Η μελέτη επομένως καταλήγει, σε κάθε περίπτωση, στην ανάγκη λήψης ειδικών μέτρων για τη θεμελίωση τόσο των υφιστάμενων όσο και των νέων κατασκευών που πρόκειται να γίνουν. Η διατήρηση των υφιστάμενων λίθινων κατασκευών δημιουργεί επίσης ορισμένες πρόσθετες δυσκολίες προκειμένου να καταστούν απολύτως ασφαλή κυρίως έναντι σεισμού. Εφόσον αποφασισθεί ποιά από τα υπάρχοντα κτίρια θα διατηρηθούν, θα πρέπει να γίνει εξειδικευμένη μελέτη ενίσχυσης τους τόσο για το δομικό τους σύστημα, όσο και για την θεμελίωση.
Τα ευρήματα των παραπάνω μελετών και ερευνών οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η αξιοποίηση των οικοπέδων Μερούση και Καραμαούνα από το Πανεπιστήμιο θα απαιτήσει πολύ μεγάλη δαπάνη, και πολύ περισσότερο χρόνο, τόσο για την ολοκλήρωση των απαιτουμένων μελετών, αλλά κυρίως για την υλοποίηση των έργων της αποκατάστασης των υπαρχόντων κτισμάτων και της κατασκευής νέων. Αυτό καθιστά εξαιρετικά δύσκολη τη αξιοποίηση κοινοτικών πόρων. Είναι επομένως επιβεβλημένη η προσεκτική εκτίμηση των ιδιαίτερων τεχνικών δυσκολιών που παρουσιάζει το θέμα των οικονομοτεχνικών δεδομένων, αλλά και η στάθμιση της οικονομικής συγκυρίας και των δυνατοτήτων του Πανεπιστημίου να υλοποιήσει ένα τόσο δύσκολο και μεγάλου κόστους έργο, στο άμεσο μέλλον.
Το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, χωρίς να παραβλέπει το κόστος απόκτησης, αλλά και τις δωρεές των ακινήτων, είναι υποχρεωμένο να εξετάσει όλες τις προτάσεις που έχουν τεθεί υπόψη του, αλλά και όλες τις πιθανές λύσεις στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, και να πάρει μέσω των αρμοδίων οργάνων του (Σύγκλητος) τις τελικές αποφάσεις του, σχετικά με το μέλλον των ακινήτων αυτών.
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.