«Το νήπιο εικονίζεται όρθιο», αναφέρεται στην καρτέλα του Μουσείου, «με ελαφρώς σκυμμένη ράχη και λυγισμένα τα πόδια, να κρατά στην αγκαλιά του ένα μικρό μαλτέζικο σκυλάκι. Φορά κάπα με κουκούλα, δεμένη κάτω από τον λαιμό του. Αποτελεί έργο της ώριμης ελληνιστικής εποχής, κατά την οποία επιλέγονται χαριτωμένα θέματα της καθημερινής ζωής, όπως μορφές παιδιών με εμφανή, για πρώτη φορά στην ιστορία της τέχνης, τα χαρακτηριστικά της ηλικίας τους -παχουλά πόδια και χέρια, φουσκωμένα μάγουλα». Η καρτέλα, στην πρώτη παράγραφο, χρονολογεί το άγαλμα στον 1ο αι. π.Χ. και το περιγράφει. Η δεύτερη παρουσιάζει λεπτομερώς τα πάντα, σχετικά με την εύρεση και τη διαφυγή του αγάλμματος στην Αθήνα: «Το έργο βρέθηκε το 1922 στις ανασκαφές του Τμήματος Αρχαιοτήτων της Ελληνικής Διοίκησης Σμύρνης στο Γεροντικό, στη Νύσσα της Μ. Ασίας, με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Κουρουνιώτη. Ένα από τα ελάχιστα ευρήματα των ελληνικών ανασκαφών που είχε την τύχη να “φυγαδευθεί” στην Αθήνα, ενώ η πλειονότητα των υπολοίπων παρέμεινε μετά την καταστροφή της Σμύρνης στη Μ. Ασία, με την τύχη τους να αγνοείται. Συχνά, εκ παραδρομής, αναφέρεται ότι πρόσφυγες το έφεραν μαζί τους στην Αθήνα μετά τον διωγμό τους από τα πάτρια εδάφη.»
Ανασκαφή υπό την προέλαση του Κεμάλ
Ο Χιώτης αρχαιολόγος Κωνσταντίνος Κουρουνιώτης βρίσκεται στη Νύσσα επί Μαιάνδρω, μια περιοχή της Μικράς Ασίας, για να συνεχίσει την εκεί ανασκαφή, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1922. Όπως σημειώνει στο σχετικό κείμενό του στο Αρχαιολογικό Δελτίο «η εργασία δεν ήτο τόσον ευχάριστος ως η του προηγηθέντος έτους». Δεν έφταιγαν οι ανασκαφικές συνθήκες. Οι Τούρκοι φίλοι τους αποφεύγουν, με το φόβο της ύπαρξης ατάκτων Τσετών στην περιοχή, γεγονός που περιορίζει τις κινήσεις και δυσκολεύει τις εργασίες. Άλλωστε τα στρατεύματα του Κεμάλ προελαύνουν.Ο ύπατος αρμοστής της Σμύρνης Αριστείδης Στεργιάδης ετοιμάζεται να αναχωρήσει, κρατώντας το μυστικό: η επίσημη Ελλάδα δεν ήθελε πρόσφυγες στα χώματά της. Έπρεπε ο μικρασιατικός ελληνισμός να μείνει πίσω. Ο Στεργιάδης δίνει εντολή σε όλους τους δημοσίους υπαλλήλους να επιστρέψουν στην Ελλάδα, χωρίς όμως να το πουν στους ντόπιους. Ο Κωνσταντίνος Κουρουνιώτης το πληροφορείται μετά από τις 20 Αυγούστου 1922.
Η φυγή του επιστήμονα με το εύρημα
Όσο βρίσκεται στη Νύσσα ο αρχαιολόγος Κ. Κουρουνιώτης, σκάβει το «Γεροντικόν», δηλαδή το Βουλευτήριο της αρχαίας πόλης, το οποίο, κατά την αναφορά του, παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με το Βουλευτήριο της Μιλήτου. Τελευταία στιγμή, σχεδόν πριν να σταματήσουν την ανασκαφή, ένα μαρμάρινο μωρό παρουσιάζεται μπροστά στα μάτια τους. Είναι το «Προσφυγάκι», όπως θα ονομαστεί αργότερα.Ο Κουρουνιώτης προσπαθεί να καταφθάσει σε πλοίο, μία ή δύο μέρες πριν τα στρατεύματα του Κεμάλ καταλάβουν τη Σμύρνη και συγκεκριμένα στις 24 ή 25 Αυγούστου, σύμφωνα πάντα με το παλιό ημερολόγιο. Ασφαλείς μαρτυρίες δεν υπάρχουν, λέγεται πάντως, φοβούμενος ότι σε αυτό το πλοίο, όπως και σε οποιοδήποτε άλλο, το γεμάτο τρομαγμένα γυναικόπαιδα και ανθρώπους που έτρεχαν να σωθούν, να μην έχει θέση ένα άγαλμα και να του ζητούσαν να το αφήσει πίσω, προκειμένου να χωρέσει κάποιος ζωντανός. Έτσι, λέγεται, πάντοτε με αδιασταύρωτες μαρτυρίες, ότι το τύλιξε σε μια κουβέρτα, έχοντας το σε όλο το ταξίδι, σαν παιδί στην αγκαλιά του. Λίγο δύσκολο το τελευταίο, καθώς το άγαλμα ζυγίζει πάρα πολλά κιλά, όμως είναι και αυτό μέρος του μύθου που το ακολουθεί. Σε κάθε περίπτωση είναι βέβαιο ότι ο Χιώτης επιστήμονας και ακαδημαϊκός, το μετέφερε κρυμμένο, προκειμένου να μην πεταχτεί στη θάλασσα, ως περιττό, σε καιρούς που κινδύνευαν άνθρωποι.
Θεατρικό με αφορμή την εκατονταετηρίδα της Μικρασιατικής Καταστροφής
Φτάνοντας στην Αθήνα το εύρημα παραδίδεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου και εκτίθεται έως σήμερα. Με αφορμή την εκατοστή επέτειο της τραγωδίας του Μικρασιατικού Ελληνισμού, ανεβαίνει σε αθηναϊκό θέατρο ομότιτλη παραγωγή και συγκεκριμένα στο θέατρο Αργώ. Πρόκειται για έργο που απευθύνεται σε παιδιά και όχι μόνο, σύμφωνα δε με την ιστορία που εκτυλίσσεται στο σανίδι, τρεις επισκέπτες βρίσκονται μπρος στο αγαλματίδιο και ανακαλύπτουν ότι οι πρόγονοί τους ήταν μαζί στο ίδιο καράβι διάσωσης από την καιόμενη Σμύρνη. Και οι τρεις κουβαλούν ό,τι πολυτιμότερο μπορούσαν να διασώσουν. Ο αρχαιολόγος Κωνσταντίνος Κουρουνιώτης ένα αγαλματάκι, η κυρά Λένη, μια Σμυρνιά νοικοκυρά, ένα εικόνισμα και μια συνταγή της γιαγιάς της και ο κυρ Ιορδάνης, ένας Σμυρνιός νταής το τζουρά του. Θυμούνται και μιλάνε για τους πρόσφυγες, πατέρες, μητέρες, παππούδες και γιαγιάδες που μετά τον ξεριζωμό μόχθησαν και πρόκοψαν στις νέες τους πατρίδες και πλούτισαν την Ελλάδα με γνώσεις, δεξιότητες, με μουσική, τραγούδια, μυρωδιές, γεύσεις, έθιμα και παραδόσεις.
Πηγές:
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.