Στο ηλιόκαμα του Καλοκαιριού, οι δουλειές στο περιβόλι ήταν σαν μια βόλτα σε επίγειο παράδεισο! Ήταν μια ανάσα δροσιάς, μια ζωογόνος ανάταση ψυχής! Και ας επρόκειτο για δουλειά, για σκληρή και απαιτητική δουλειά. Παιδάκι και έφηβος, πριν από τις σπουδές μου, είχα βασικό καθήκον και πατρική εντολή να φροντίζω το πότισμα του περιβολιού μας.
Τότε, δεν είχαν μπει ακόμα στη ζωή μας οι αντλίες. Είχαμε τον μάγκανο που γυρνούσε με ηλεκτρισμό (όχι γαϊδουράκια βέβαια), και με ένα σύστημα αναγκαίων εξαρτημάτων που ο χρόνος συνεχώς τα βελτίωνε, με την βασική τους αποστολή να παραμένει η ίδια. Το μοτέρ με ένα φαρδύ μακρύ λουρί έδινε την κίνηση στην μεγάλη τροχαλία η οποία με τη σειρά της, με κατάλληλα γρανάζια μετέφερε την κίνηση στον μάγκανο. Ο λιμπάς (δύο παράλληλα ατσάλινα, χοντρά σύρματα) γύρω από τη μεγάλη ρόδα του μαγκάνου μαζί με τα δεμένα πάνω του σικλιά (τενεκεδένια κουβαδάκια με τρύπα στον πάτο!!), το ένα κάτω από το άλλο, ήταν το κυρίαρχο εργαλείο όλης της δουλειάς. Ανέβαζαν κρύο- κρύο νερό από το βάθος του πηγαδιού και το έριχναν στην αύκουλα (ορθογώνια λαμαρινένια, σαν μεγάλη σκάφη ), από όπου με ένα υπόγειο λαμαρινένιο ή πήλινο λούκι πήγαινε προς την στέρνα, βγαίνοντας από το στόμα της κεφαλής ενός λιονταρακιού!!.
Για να ποτίσουμε έπρεπε να γεμίσει πρώτα η στέρνα για να έχει πίεση το νερό αφού κυλούσε στους ποτιστάδες (χωμάτινα καναλάκια) με τη βαρύτητα. Ανοίγαμε τότε τη «βάνα» (δηλαδή μια μαλαστούφα τυλιγμένη σε χοντρό ξύλο) και έτρεχε γάργαρο νερό, ίσα προς τα κάτω, όπου κατηφόρα, εκεί που τούχαμε αφήσει διόδους να τρέχει. Τα ζωογόνα κανάλια του νερού διακλαδιζόταν μέσα στις μανταρινιές, τις πορτοκαλιές και τις λεμονιές και νόμιζες πως αμέσως άκουγες από τα δέντρα μια ανάσα ανακούφισης, μια βαθιά αναπνοή ευχαριστιών. Το αξινογύρι (ειδική τσάπα με πλατύ κεφάλι) τότε έδινε κ΄ έπαιρνε. Να «κόψεις» το νερό από εδώ, να πάει στον άλλο ποτιστή. Να φέρεις χώμα γιατί ο λάκκος της μανταρινιάς ξεχείλισε. Να ξεχορταριάσεις τα αγριόχορτα που βγήκαν μεσ΄ τον ποτιστή και εμποδίζουν το νερό. Να τσαλαβουτάς μεσ΄το νερό και τις λάσπες και να σ΄ αρέσει τόσο πολύ!!!
Η δουλειά είχε και διακρίσεις!: Τούτη η μανταρινιά κάνει μεγάλα και γλυκά μανταρίνια….ας της δώσουμε παραπάνω νερό! Τούτη η λεμονιά είναι μικρούλα να τη φροντίσουμε ιδιαιτέρως! Πολλά τέτοια. Όλα τα δέντρα είχαν μια σειρά! Τελικώς κανένα δεν έμενε παραπονεμένο. Και πρώτη έγνοια μας ο καρπός. Μεγάλωσε; Έχει καμιά αρρώστια; Μήπως σκίζει; Γιατί έχει πολλά κίτρινα φύλλα το δέντρο; Τα φροντίζαμε με αγάπη και μας το ανταπέδιδαν με το παραπάνω. Τα διάφορα τμήματα του περιβολιού είχαν και ονομασίες, για να μπορούμε να συνεννοούμαστε για το που γίνεται η κάθε δουλειά: «Το απανινό» , «ο μπραντούνας», «το αμπελάκι», « η κωλοσιά», «οι μεγάλες». Γνωρίζαμε σε κάθε κομμάτι την κάθε γωνιά του. Ένα - ένα τα δέντρα, με τις ανάγκες τους, με την ανάσα τους! Στους περιμετρικούς ποτιστάδες οι ροδιές με τα πρασινοπορτοκαλί ρόδια και οι δάφνες με τα μυρωδάτα φύλα και τα αμέτρητα κοτσύφια που τσιμπούσαν συνεχώς τους μαύρους καρπούς, ήταν οι πιο κερδισμένες, αφού είχαν συνεχές … αυτόματο πότισμα. Βρισκόταν φυτεμένες στις ….κεντρικές λεωφόρους του περιβολιού. Το ίδιο και οι τσικουδιές, στις άκρες τη; έκτασης, που γέμιζαν από αποδημητικά μικρόπουλα από τον Σεπτέμβριο.
Πότιζες αλλά είχες και ένα αυτί στο εάν δουλεύει ο μάγκανος! Οι διακοπές ρεύματος συχνές! Βέβαια, υπήρχε η προνόηση και σε μια τέτοια περίπτωση ο μάγκανος ακινητοποιείτο. Διαφορετικά, το βάρος του νερού που ανέβαινε θα τα έφερνε όλα ανάποδα. Αυτή τη δουλειά την έκανε το φρένο της τρακα -τρούκας. Επρόκειτο για ένα γρανάζι πάνω στο οποίο χτυπούσε ένας μοχλός που έκανε τράκα -–τρούκα και σε ώρα ανάγκης δούλευε ως χειρόφρενο! Ο ήχος της τρακα- τρούκας ήταν το σημάδι πως όλα πάνε καλά, αλλά ήταν ταυτόχρονα και η συμβολή της στην μουσική συγχορδία όλων των ήχων του περιβολιού: Του μαγκάνου, του νερού που έτρεχε από τις τρύπες των σικλιών και μετά στην αύκουλα, το κελάρυσμα του νερού στους ποτιστάδες, μαζί με τα υπέροχα ασταμάτητα τιτιβίσματα δεκάδων πουλιών, αλλά και τα κτυπήματα του αξινογυριού στο χώμα.
Η δουλειά σταματούσε όταν τέλειωνε το πότισμα ή όταν ο μάγκανος «τόπαιρνε το νερό» (δεν είχε άλλο νερό το πηγάδι και έπρεπε να «μαζέψει»). Μπορεί να ήταν ήδη και μούχρωμα. Ένα παγκάκι κάτω από την κληματαριά του γιασεμιού στον περίβολο του μαγκάνου περιμένει να ξεκουράσει τον εργάτη με τις μυρωδιές του βραδινού! Σας είπα, ένας μικρός επίγειος παράδεισος!
Ερώτηση για μαθητές(σαν Quiz): Γιατί τα σικλιά που έβγαζαν το νερό από το πηγάδι είχαν τρύπα στον πάτο τους;
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.