[Από το βιβλίο: ΑΡΜΟΛΟΥΣΙΚΑ, Στεφάνου Δ. Καββάδα, Αθήναι 1976, Εκ του Τυπογραφείου «Το Ελληνικό Βιβλίο», σελ. 147-151]
Η Χίος, λόγω τής ευημερίας τών κατοίκων και της θέσεώς της, αντιμετώπιζε πολύ συχνά επιδρομές Αράβων, Σαρακηνών και άλλων, κατά τη βυζαντινή κυρίως εποχή. Η Άννα Κομνηνή, από τον 11ο αιώνα, στο έργο της Αλεξιάδα, αναφέρει το Κάστρο τής πόλεως Χίου, το σημερινό Φρούριο ή Κάστρο τής Χώρας, το οποίο υφίστατο μεταρρυθμίσεις και συμπληρώσεις ως προς την έκτασή του, αναλόγως τών εκάστοτε αναγκών, προς ασφάλεια τών κατοίκων τής πόλεως και προς προστασία τους από τις πειρατικές απειλές. Αλλά και πολλά τοπωνύμια σ’ όλο το νησί μαρτυρούν την ύπαρξη οχυρωματικών έργων σε θέσεις κατάλληλες για την ασφάλεια τών κατοίκων κάθε συνοικισμού, είτε στα παράλια είτε στο εσωτερικό τού νησιού.
Οι βίγλες, οι πύργοι, τα κάστρα, τα καστέλλια – όπως αποκαλούνται ακόμα και σήμερα παλιά ονόματα τόπων – βεβαιώνουν την ύπαρξη οχυρωματικών υποδομών, στις οποίες αναζητούσαν καταφύγιο οι κάτοικοι ειδοποιούμενοι εγκαίρως από τους βιγλάτορες, για ν’ αποφύγουν πρώτα τον κίνδυνο σε βάρος τής ζωής τους και της παραγωγής τους αλλά, κατά δεύτερο λόγο, και για να αμυνθούν από το καταφύγιό τους.
Η περιοχή των Μαστιχοχωρίων, εξαιτίας τής παραγόμενης εκεί μαστίχας αλλά και λόγω τού πεδινού επί το πλείστον εδάφους, προσείλκυε τακτικότερα τούς επιδρομείς. Γι’ αυτό το λόγο οι κάτοικοι κατασκεύασαν αρχικώς τίς βίγλες, έπειτα τους πύργους και, κατόπιν, το Κάστρο τών Απολίχνων στ’ Αρμόλια, για να προασπίζουν κυρίως τίς ζωές τών ανθρώπων αλλά και για να αντιτάσσουν, σε ώρες εξωτερικής πολεμικής απειλής, σθεναρότερη άμυνα.
Το Κάστρο τών Απολίχνων βρίσκεται επί του λεγομένου Λόφου τού Κάστρου. Πριν απ’ αυτό το λόφο, βρίσκεται ο λόφος Λυκούρι, ΒΔ τού σημερινού χωριού τών Αρμολίων. Το Κάστρο χτίστηκε κατά το έτος 1440 από το γενουάτη Νικόλαο Μπάνκα Ιουστινιάνη. Αυτός ήταν γιος τού Ανδρέολο Μπάνκα Ιουστινιάνη, αρχαιολόγου, φιλόλογου και ποιητή, γεννημένου στο Ληθή τής Χίου περί τα τέλη τού 14ου αιώνα. Ότι το Κάστρο χτίστηκε στην παραπάνω χρονολογία βεβαιώνεται από υπέρθυρη επιγραφή, τοποθετημένη στην είσοδο τού Κάστρου, την οποία είχε δει ο περιηγητής Johann Michaele Wansleben (γερμανός θεολόγος) το 1674. Αυτός ο περιηγητής, που με δυσκολία ανάγνωσε την επιγραφή, αναφέρει ως ιδρυτή τού Κάστρου τον Βερνάρδο Ιουστινιάνη – αντί τού Μπάνκα Ιουστινιάνη – και ως έτος οικοδομήσεως το 1448 αντί του 1440. Ένας άλλος επίσης περιηγητής, ο Francesco Piacenza, από το Τορίνο, νομικός, τοποθετεί την οικοδόμηση τού Κάστρου στο έτος 1688, θεωρώντας ιδρυτή τον Μπάνκα Ιουστινιάνη. Τέλος, ο περιηγητής Vicenzo Maria Coronelli ανάγει την ίδρυση τού Κάστρου στο έτος 1696, συμφωνώντας ουσιαστικά με τον Piacenza.
Mε τους δυό τελευταίους περιηγητές, ως προς το χρόνο ίδρυσης τού Κάστρου, συμφωνούν και οι χιώτες ιστορικοί Γεώργιος Ζολώτας και Κωνσταντίνος Σγουρός. Στις μέρες μας, υπάρχει εντοιχισμένη επιγραφή επί μαρμάρινης πλάκας, κυανομέλανης χιακής, στη δυτική γωνία τού παλιού Δημοτικού Σχολείου τού χωριού, κοντά στην πλατεία, βορείως τής χωριοεκκλησιάς τού Αγίου Δημητρίου και της Παναγιάς τών Αρμολίων. Η επιγραφή αυτή είναι γραμμένη στη λατινική γλώσσα και, επειδή έχει δεχθεί πάμπολλα επιχρίσματα από ασβέστη, είναι δυσανάγνωστη. Διακρίνονται ωστόσο σ’ αυτήν τα οικόσημα τών Ιουστινιάνι εντός κύκλων. ΠΥΡΓΟΣ αριστερά και ΣΤΑΥΡΟΣ δεξιά. Σύμφωνα με τις πληροφορίες τών ντόπιων κατοίκων (κατά την επίσκεψή μου τον Οκτώβριο τού 1972), η επιγραφή αυτή έχει μεταφερθεί από το Κάστρο τών Απολίχνων και, κατά τη γνώμη τους, είναι εκείνη που τοποθετήθηκε επί του Κάστρου το 1440 από το Νικόλαο Μπάνκα.
Υπάρχουν ακόμα κι άλλες εσφαλμένες διαδόσεις ως προς το λόφο επί του οποίου βρίσκεται το Κάστρο και ως προς το όνομα τού Κάστρου: οι περιηγητές Jean de Thevenot (1656), Francesco Piacenza (1688) και Vincenzo Maria Coronelli (1696), όλοι τους περιηγητές τού β΄ μισού τού 17ου αιώνα, αναφέρουν πως το Κάστρο τών Αρμολίων βρίσκεται επί τού λόφου ΑΠΟΛΙΕΝΟ. Φαίνεται προφανώς ότι, κατά την αντιγραφή ή από τον ίδιο τον πληροφοριοδότη, οι τελευταίοι συγκράτησαν το όνομα τού λόφου κατά τρόπο εσφαλμένο, αντί δηλαδή τού ορθού ονόματος «Απολίχνων».
Ομοίως ο περιηγητής Andre Thevet (1549), έναν αιώνα μετά την ίδρυση τού Κάστρου, παράγει το όνομα «Απολίχνων» από τη λέξη «λύχνος» (=λυχνάρι), διότι, κατά τη γνώμη του, το Κάστρο αυτό δεσπόζει επί τού λόφου σαν λύχνος. Οπότε ο Τhevet γράφει «Απολύχνων».
Συμφωνώ κι εγώ με τους Ζολώτα και Σγουρό ότι η ονομασία τού Κάστρου τών Αρμολίων προήλθε από τη λέξη «πολίχνη» (=μικρό χωριό). Έλαβε η λέξη στην αρχή το αθροιστικό α-, για να υποδηλωθεί δια τής λέξεως «Απολίχνων» η άθροιση σε έναν τόπο ανθρώπων από πολλά χωριά. Αν η ονομασία «Απολίχνων» προήλθε από τη λ. «λύχνος», έπρεπε το Κάστρο να λέγεται «Απόλυχνον», αναλογικά προς τις λέξεις «απόδειπνον», «απόγειον» κ. ά.π.
Ως προς το λόφο επί τού οποίου χτίστηκε το Κάστρο, ρωτήσαμε τον ιερέα τής Κοινότητας Αρμολίων και άλλους πληροφοριοδότες αρμολούσους πώς ονομάζονται οι λόφοι που βρίσκονται βορείως τών Αρμολίων, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγεται και ο λόφος τού Κάστρου, και τους κατονόμασαν ως εξής: Τσόμπος, Λόφος τού Κάστρου, Λυκούρι, Κόφινας, Πρινιάς (στις υπώρειές του βρίσκεται ο Άγιος Γεώργιος ο Κοντός).
Σημειωτέον ότι τις πληροφορίες αυτές έλαβα από διάφορα πρόσωπα. Ουδείς αποκάλεσε το λόφο τού Κάστρου, τον αποκαλούμενο «των Απολίχνων», ως Λυκούρι, όνομα το οποίο φέρει ο τρίτος λόφος, από τον οποίο και χαρακτηρίσθηκε όλη η οροσειρά. Επιμένω σ’ αυτή τη διάκριση, διότι όλοι οι ιστορικοί – ίσως εξαιτίας τής αντιγραφής – τοποθετούν το Κάστρο επί τού τρίτου λόφου, δηλαδή επί τού λόφου «Λυκούρι», ενώ το Κάστρο βρίσκεται επί τού δεύτερου λόφου, του επονομαζόμενου «λόφος τού Κάστρου» από τους ντόπιους κατοίκους. Εξάλλου οι λόφοι είναι διαφορετικού ύψους και ως τέτοιοι πρέπει να έχουν και διαφορετικό όνομα για να διακρίνονται αναμεταξύ τους.
Η κατάσταση τού Κάστρου είναι σήμερα σχετικώς καλή, παρά την αδιαφορία εκ μέρους τών αρμοδίων υπηρεσιών. Το Κάστρο τών Αρμολίων είναι το καλύτερα διατηρούμενο απ’ όλα τα Κάστρα τής Χίου. Κάτοψη αυτού τού Κάστρου έχει δημοσιευθεί από τον Αrnold Smith στο έργο του TheArchitectureofChios, London 1962. Έχει σχήμα ωοειδές, κατά τούς περιηγητές, ενώ στο σχεδιάγραμμα τού Smith φαίνεται να έχει σχήμα μάλλον τραπεζίου.
Η προσπέλαση προς το Κάστρο είναι ανηφορική και δύσβατη: ο λόφος, επί τού οποίου το Κάστρο, βρίσκεται σε υψόμετρο 300 μέτρων. Περιβάλλεται από διπλά τείχη. Διαθέτει 62 δωμάτια κάτω από τα τείχη του. Εκτός από τον κεντρικό ισχυρό πύργο, διαθέτει στις δυο άνω γωνίες του αμυντικούς πυργίσκους. Στο χώρο μπροστά από το Μεγάλο Πύργο, υπάρχει δεξαμενή (κινστέρνα) 60 Χ 40 ποδών, η οποία συγκέντρωνε τα όμβρια ύδατα τής στέγης τών δωματίων και του Πύργου. Το αποθηκευόμενο νερό επαρκούσε για τις ανάγκες τών εκεί εγκλείστων.
Οι περιηγητές Τhevenot (1656), Piacenza (1688) και Coronelli (1696) κάνουν λόγο για δυο δεξαμενές. Μάλλον όμως υπήρχε μία μεγάλη, σύμφωνα με το σχεδιάγραμμα τού Arnold Smith (1962), η οποία παλιότερα ήταν διαιρεμένη σε δυο διαμερίσματα, προφανώς για λόγους τεχνικούς καθώς και για λόγους χρήσεως. Η δεξαμενή διατηρείται και σήμερα αλλά έχουν καταστραφεί οι περισσότεροι αγωγοί που μετέφεραν το νερό σ’ αυτήν. Στα δωμάτια τού Κάστρου αποθηκεύονταν τα αναγκαία τρόφιμα για τις περιπτώσεις μακροχρόνιας πολιορκίας και εγκλεισμού εκεί τών κατοίκων.
Υπήρχε σύνδεση τού Κάστρου τών Αρμολίων με τις βίγλες τών ακτών τής Χίου. Η σύνδεση συνίστατο σε «σήματα τηλεπικοινωνίας», δηλαδή σήματα καπνού τη μέρα κι αναμμένες φωτιές τη νύχτα. Έτσι, οι κάτοικοι έγκαιρα κατέφευγαν στο Κάστρο, σε ώρα έκτακτης ανάγκης.
Όλες οι βίγλες γύρω από τις ακτές τής Χίου είχαν τούς φρουρούς τους κατά χωριό. Οι φρουροί εκείνοι λέγονταν βιγλάτορες κι αμείβονταν από το κάθε χωριό ξεχωριστά. Οι βιγλάτορες είχαν την υποχρέωση, με ξεχωριστή υπευθυνότητα, να διαβιβάζουν το σύνθημα επιφυλακής ή κινδύνου, μέρα και νύχτα, οσάκις παρατηρούσαν κάποια ύποπτη κίνηση πλοίων ή προσώπων. Οπότε αμέσως οι κάτοικοι λάμβαναν τα μέτρα για τη σωτηρία τους, καταφεύγοντας μέσα στο Κάστρο όπου τα πάντα ήσαν μονίμως έτοιμα για την άμυνα.
Από τους κατοίκους τού χωριού πληροφορήθηκα ότι υπάρχει παράδοση για το Κάστρο, σύμφωνα με την οποία μέσα σ’ αυτό έχουν κρύψει, από την παλιά εποχή, νομίσματα τής τότε εποχής, «φλουριά βυζαντινά ή κωνσταντινάτα». Φημολογείται δε κατά περιόδους ότι όλο και κάποιοι βρίσκουν λίγα κέρματα απ΄ αυτά. Μάλιστα μερικοί με οργιάζουσα φαντασία διηγούνται ότι τα νερά τής βροχής κάποτε κάποτε, καθώς τρέχουν μέσα στα κρυμμένα πιθάρια με το χρυσάφι, παρασέρνουν μερικά φλουριά απ’ το Κάστρο κάτω στον Κάμπο που τα βρίσκουν κάποιοι τυχεροί τής Μοίρας!
Στη μυθολογική παράδοση τού Κάστρου τών Αρμολίων αναφέρονται κάποια λαϊκά άσματα που λέγονταν στα Μαστιχόχωρα για παρόμοιες περιπτώσεις ανέγερσης οχυρών πύργων. Είναι δηλαδή τραγούδια παραπλήσια με το «τραγούδι τού Κάστρου της Ωριάς», «του Γεφυριού τής Άρτας» κ. ά. Έχει κι η Χίος τα θαυμαστά της κτίσματα, τα οποία έπρεπε να στολίσει με τα ζωηρά χρώματα τής ποιητικής λαϊκής φαντασίας για την ανάδειξη τής πολεμικής δύναμης η οποία δεν κάμπτεται παρά μόνο με την πανουργία και τον έρωτα.
Ο Γεώργιος Ζολώτας μάς διέσωσε στην «Ιστορίαν τής Χίου» (τόμος Α΄α, σελ. 465) ένα τραγούδι που έψαλλαν στα Μαστιχόχωρα: το «τραγούδι τού Κάστρου τής Ωριάς», όπως φαντάζονταν το Κάστρο τών Απολίχνων.
Κάστρα είδα, κάστρ’ εγύρισα,
Κάστρη να μην ιδώ.
Τοίχοι πελεκημένοι, όλο μάλαμα
Χρόνους το πολεμούσαν Τούρκοι, δώδεκα,
άλλους δεκατεσσάρους οι Σαρακηνοί,
και πάλι δεν επάρθη με τον πόλεμο,
μόνο με την αγάπη και την προδοσιά.
Το Κάστρο ήνοιξεν την Λαμπρήν ταχύ…
Όσο να χαράξη χίλιοι βγήκασιν
Κι όσο να καλανοίξη χίλιοι εκατόν
Κι η κόρη απέ τον φόβον της εξεψύχησεν…
[Επιμέλεια-μεταγραφή στη δημοτική: Λεωνίδας Πυργάρης]
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.