Πολλές φορές, ακόμα και αυτό που φαίνεται σαν τέλος κάποιων πραγμάτων, ενεργοποιεί τις δυνάμεις εκείνες που μπορούν να φέρουν την αναγέννηση.
Ολόκληρη η Χιώτικη κοινωνία και όχι μόνο παρακολουθεί τις εξελίξεις για τον ρουκετοπόλεμο. Η αγωνία, η απογοήτευση, η λύπη, η προσμονή ότι κάτι μπορεί να συμβεί ακόμα και την τελευταία στιγμή είναι συναισθήματα που αυτές τις μέρες εναλλάσσονται σε όλους, Χιώτες και επισκέπτες.
Εκτός των συναισθημάτων, όμως, υπάρχει και μια πραγματικότητα: Ένα έθιμο που ξέφυγε από την τοπική κοινωνία που το γέννησε, με τα χρόνια έγινε τουριστική ατραξιόν και χτες ή σήμερα ή αύριο (αν επιζήσει σήμερα) κινδυνεύει να σβήσει. Η διατήρηση του στη ζωή με ενέσεις της τελευταίας στιγμής ή μηχανικά μέσα δεν μπορεί να διαρκέσει επ’ άπειρο!
Δεν είναι σκοπός μου να αντιδικήσω με όλους εκείνους τους φίλους, που σήμερα χύνουν «κροκοδείλια» δάκρυα γιατί βλέπουν ένα έθιμο να σβήνει!
Μήπως δεν ξέραμε όλοι ότι η υιοθέτηση του εθίμου από τον Δήμο και άλλους φορείς, έστω και αν έγινε δικαιολογημένα μετά το ατύχημα, εντούτοις με άστοχες ή υπερβολικές ενέργειες στη συνέχεια, το απομάκρυνε από τους φυσικούς του γεννήτορες, που δεν ήταν άλλοι από τους κατοίκους της Ερειθιανής και του Αγίου Μάρκου;
Δεν ξέραμε όλοι ότι όλη αυτή η δημοσιότητα «φούσκωσε» αρκετά μυαλά (ευτυχώς όχι όλων), που στηριζόμενοι σε ξένες πλάτες και όχι σε αυτές που θα έπρεπε, γιγάντωσαν το έθιμο, ανέβασαν κατακόρυφα τον αριθμό των ρουκετών και την ορμή τους, έκαναν το όλο σκηνικό πιο θεαματικό και πιο ελκυστικό, αλλά ταυτόχρονα δημιούργησαν μεγαλύτερες οχλήσεις στους γείτονες τους;
Δεν ξέραμε όλοι ότι οι μικρές ομάδες ρουκετατζήδων από τις δύο ενορίες πλαισιώθηκαν από πλήθος νέων φίλων του εθίμου από ολόκληρο τον Βροντάδο και ολόκληρη τη Χίο, με αποτέλεσμα η σύνθεση πλέον των συνεργείων να χάσει τον τοπικό χαρακτήρα που είχε;
Δεν ξέραμε όλοι ότι το νησί προβλήθηκε σε παγκόσμιο επίπεδο, οι τοπικές επιχειρήσεις κέρδιζαν και αυτό είναι καλό γιατί το έχουμε όλοι ανάγκη, αλλά κάποιοι έβλεπαν τα σπίτια τους να φθείρονται και οι ίδιοι ρουκετατζήδες (παρόλο που ποτέ δεν το σχολίασαν) να χώνουν βαθειά το χέρι στην τσέπη για να χρηματοδοτήσουν το έθιμο; Γιατί αυτοί που κέρδιζαν, δεν τους πρόσφεραν μια έστω και συμβολική βοήθεια μέχρι σήμερα;
Δεν ξέραμε όλοι ότι όλα αυτά δημιουργούσαν σταδιακά μια ρήξη στις τοπικές κοινωνίες των δύο ενοριών που κάθε χρόνο βάθαινε και επομένως ήταν θέμα χρόνου να κοπεί το σχοινί;
Όλα αυτά ήταν γνωστά. Υπήρχε, όμως, μια λογική του να τη βγάλουμε φέτος και μετά μέχρι του χρόνου «έχει ο Θεός»!
Η επικοινωνία κομμένη. Οι «θιγόμενοι» κάτοικοι, φίλοι και γείτονες με τους ρουκετατζήδες, πραγματικά δεν μπορώ να καταλάβω τι συζητούν όταν βρίσκονται, γιατί βρίσκονται σε κοινωνικές εκδηλώσεις, σε διασκεδάσεις, στους χώρους εργασίας, παντού.
Γιατί οι ρουκετατζήδες δεν είναι ένα παράνομο και περιθωριακό ασκέρι, όπως κάποιες φορές παρουσιάζονται, είναι τα παιδιά μας, τα παιδιά του γείτονα μας, του φίλου μας, συμμετέχουν και μεγαλύτεροι, 30 και 40 και 50 χρονών, είναι ναυτικοί, επαγγελματίες, υπάλληλοι που έχουν ένα μεράκι και αυτό τους ενώνει.
Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί όλοι μαζί δεν αναζήτησαν μέχρι τώρα μια κοινή λύση. Και δεν μπορώ να καταλάβω, πως η υπόλοιπη κοινωνία των δύο ενοριών παρακολουθεί αμέτοχη τα τεκταινόμενα μεταξύ «θιγομένων» και ρουκετατζήδων.
Δεν μπορώ να καταλάβω πως, οι Βρονταδούσοι όχι μόνο δέχονται, αλλά και αναζητούν λύση από άλλους φορείς, όπως το Δήμο ή την Περιφέρεια ή τους βουλευτές και δεν δίνουν μόνοι τους λύση, μέσα από καλοπροαίρετη συζήτηση όλων των εμπλεκομένων. Φαντάζεται κανείς σε κάποιο άλλο έθιμο της Χίου (Μόστρα, Αγάδες κ.λ.π.) οι Θυμιανούσοι ή οι Μεστούσοι να μην μπορούσαν να τα βρουν και να ζητούσαν λύση από το Δήμο; Όχι βέβαια!
Όλα αυτά, τα παράξενα και τραγελαφικά, που χρόνια τώρα συμβαίνουν αλλοίωσαν το έθιμο, το αποξένωσαν από εκείνους που το θεωρούσαν δικό τους, έφτασαν στην υπερβολή και παρόλο το θετικό αποτέλεσμα της προβολής του νησιού, ενόχλησαν αυτούς ακριβώς που έπρεπε να το στηρίζουν.
Θα πείτε μήπως και οι «θιγόμενοι» είναι υπερβολικοί; Κατά τη δική μου άποψη είναι. Άλλωστε αυτό που πρέπει να κάνουν είναι λίγες ώρες υπομονή, αφού δεν κινδυνεύουν εφόσον τα σπίτια τους καλύπτονται από το Δήμο. Η βελτίωση της προστασίας είναι κάτι που μπορεί να συζητηθεί. Όμως, μήπως έχουν μαζευτεί πάρα πολλά και όλα αυτά προκαλούν την αντίδραση που βλέπουμε κάθε χρόνο;
Δεν θα μπορούσαν να βρεθούν λύσεις; Δεν υπάρχουν τρόποι και το έθιμο να συνεχιστεί και κανείς να μην αισθάνεται ότι θίγεται; Φυσικά και υπάρχουν! Αλλά πως θα βρεθούν αν οι αντιμαχόμενες πλευρές δεν κάτσουν να συζητήσουν;
Η κοινή αγάπη τους και για την περιοχή τους και για το έθιμο (γιατί αυτή θεωρώ δεδομένο ότι υπάρχει από όλους) είναι η δύναμη που μπορεί να θεραπεύσει τις πληγές και το έθιμο να βγει ανανεωμένο και να συνεχίσει. Έτσι πρέπει! Να το στηρίξουν όλοι οι κάτοικοι των δύο ενοριών! Και να το στηρίξουν και όλοι οι φορείς του νησιού! Αλλά πρώτα, το ίδιο το έθιμο πρέπει να γίνει ο καταλύτης να ενώσει την τοπική κοινωνία, όχι να τη χωρίζει!
Υ.Γ. Το παραπάνω κείμενο γράφεται με την ιδιότητα μου σαν Βρονταδούση και μόνο.
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.