Η πρώτη φωτογραφία που αγοράζει ο Μιχάλης Τσάγκαρης σε δημοπρασία, στη Νέα Υόρκη, δείχνει δύο Μεξικανούς κρεμασμένους σε δέντρο, το 1870. Ήταν η εποχή του «νόμου του Λιντς», όπως λεγόταν κατ’ ευφημισμόν η συνοπτική διαδικασία με την οποία λιντσαρίστηκαν χιλιάδες άνθρωποι, χωρίς δίκη, στις ΗΠΑ. Μαύροι οι περισσότεροι και μετά εγκληματίες ή ένοχοι αδικημάτων, όπως η κλοπή αλόγων από τους δύο Μεξικανούς.
Ανεκτίμητοι Θησαυροί
Γιατί αγόρασε τη φωτογραφία; «Αυτό που με τράβηξε είναι ότι μετά πούλησαν το σχοινί των κρεμασμένων σε ανθρώπους που το αγόρασαν για γούρι. Με τρομάζουν η βία και τέτοιες συμπεριφορές», αναφέρει ο αείμνηστος πλέον Μιχάλης Τσάγκαρης, ο μεγαλύτερος συλλέκτης φωτογραφιών στη χώρα μας και όχι μόνο, αφού στα αρχεία του ανέτρεχαν μελετητές και ερευνητές από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Η αναφορά καταγράφεται στην παρουσίαση-συνέντευξη στην κ. Ελευθερία Τραΐου, η οποία δημοσιεύεται στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 11ης Μαρτίου του 2018, στα «Εικαστικά» της. Δυστυχώς πολύ λίγο καιρό μετά τη δημοσίευση ο αείμνηστος Μ. Τσάγκαρης φεύγει από τη ζωή, καταπονημένος από ανίατη ασθένεια.
Ο πλούτος των συλλογών του, κυρίως όσον αφορά τη φωτογραφία, έγκειται κυρίως, πέρα από την ποσότητα αριθμητικά, στη σπανιότητα των ευρημάτων, αφού διαθέτει έργα από τους σπουδαιότερους πρώιμους φωτογράφους.
Εξίσου απίστευτο είναι το θεματικό εύρος της συλλογής που άρχισε να συστήνει ο συλλέκτης από το 1970. Οι σπάνιες δαγκεροτυπίες του είναι από τις παλαιότερες που διαθέτει Έλληνας συλλέκτης, με πρωιμότερη μία του 1842 που απεικονίζει τον λόφο του Φιλοπάππου. Κουτιά ολόκληρα είναι οι φωτογραφίες των πρώτων Ελλήνων μεταναστών στις πέραν του Ατλαντικού νέες πατρίδες. «Νοίκιαζαν ένα κοστούμι ή έβαζαν τα καλά τους, αν είχαν, πήγαιναν σε ένα φωτογραφείο και έστελναν τη φωτογραφία στους δικούς τους, στην Ελλάδα, να τους καθησυχάσουν ότι ευημερούν», λέει ο συλλέκτης.
Επίσης πλούσια είναι η συλλογή σε θέματα πολέμου. Μακεδονομάχοι, ολόκληρο άλμπουμ από τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο και ένα δεύτερο με τα ρυμουλκούμενα από μουλάρια πυροβόλα Σνάιντερ-Δαγκλή. Η μεγαλύτερη συλλογή από την Ελλάδα στην Κατοχή, με ένστολους Γερμανούς και ένα άλμπουμ της ελληνικής αστυνομίας με σκελετωμένα παιδιά και νεκρούς της πείνας του 1941 στην Αθήνα. «Απορίας άξιον πώς έγινε εκείνη η φωτογράφιση, αφού κάτι τέτοιο απαγορευόταν με ποινή θανάτου», υπογραμμίζει ο συλλέκτης, προσθέτοντας ότι το εν λόγω άλμπουμ «υπήρξε η βάση για δεκαπέντε βιβλία ιστορίας». Ανάμεσα σε όλα αυτά υπάρχουν τα πιο απίθανα θέματα που μπορεί να φανταστεί κανείς, όπως φωτογραφίες ποινικών κρατουμένων. «Ο Ανδρέας στην Τίρυνθα», διαβάσαμε στην πίσω πλευρά μιας φωτογραφίας, με ημερομηνία 19/10/1933. «Ενθύμιο για τους καλούς φίλους της δυστυχίας διά να θυμούνται τη βασανισμένη ζωή. Και όποιος δεν έχει μυαλό, αυτά παθαίνει».
Η διαδρομή του
Η οικογένεια του πατέρα του, μηχανικοί και καπετάνιοι, κρατάει από τα Καρδάμυλα της Χίου. Αντίθετα η μητέρα του κατάγεται από Γαλλοϊσπανούς, με πρώτο πρόγονο στην Αμερική έναν γιατρό από τη Χάβρη, ο οποίος εγκαταστάθηκε στη Νέα Ορλεάνη με τους Γάλλους που την ίδρυσαν, το 1718.
Ο ίδιος γεννιέται στο Λονγκ Αϊλαντ, κοντά στο Μανχάταν, το 1950. Τα τέσσερα από τα οκτώ πρώτα χρόνια της ζωής του βρίσκεται εγκατεστημένος με την οικογένειά του στο Ναγκασάκι και μετά στο Τόκιο, όπου ο πατέρας του, μηχανικός και καπετάνιος, εργάζεται για την επισκευή ναυπηγείων. Εκεί, σκάβοντας στην αυλή του σπιτιού του, βρήκε ένα κιούπι με νομίσματα, που αποτελεί το πρώτο ερέθισμα του μελλοντικού συλλέκτη.
Στην Αθήνα, στα οκτώ του χρόνια, μαθητεύει στη Λεόντειο Σχολή και στο Κολλέγιο Αθηνών. Το 1968 σπουδάζει στο School of Visual Arts της Νέας Υόρκης. Ταυτόχρονα δουλεύει στην αντικερί ενός Ρώσου, ο οποίος δεν έβρισκε δουλειά ως φωτογράφος, λόγω φρονημάτων και λόγω πατρός αναρχοκομμουνιστή, που είχε καταφύγει στην Αμερική μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση. Τακτικός πελάτης τους ήταν ο Άντι Γουόρχολ. «Ερχόταν συχνά με το “αντουράζ” του και όλο κάτι έβρισκε να αγοράσει». Τότε αρχίζουν οι εξορμήσεις του στη μεγάλη υπαίθρια αγορά της 6ης Λεωφόρου.
Κριτήρια σύστασης της συλλογής
«Αγαπώ την ιστορία, με ιντριγκάρουν τα παράδοξα, η παρανομία, το χιούμορ. Για παράδειγμα, μάζευα φωτογραφίες ποινικών κρατουμένων και μικρά εργόχειρα που πουλούσαν για χαρτζιλίκι γιατί έβλεπα την προσπάθειά τους, αλλά και τη δυνατότητα που τους έδινε το κράτος να απασχολούνται με κάτι, για να μην τρελαθούν… …Έχω μία φωτογραφία με τους ληστές του Δήλεσι, όχι τη γνωστή του Ξενοφώντα Βάθη, με τα κεφάλια να κρέμονται. Μία άλλη, πριν από την εκτέλεσή τους, με τον έναν ληστή να τον σέρνουν τραυματισμένο. Ληστές έχω πολλούς, από διάφορες εποχές. Τελευταία, χρονολογικά, είναι η φωτογραφία ενός ληστή, του 1962, ο οποίος παραδόθηκε μετά από 40 χρόνια δράσης, λέγοντας “κουράστηκα, τα κόκαλά μου πονάνε, δεν μπορώ πια τα βουνά”».
Οι καρτ ποστάλ
Μεγάλη αδυναμία είχε παράλληλα και στις καρτ ποστάλ, που υπήρξαν ιδιαίτερα σημαντικές μια ολόκληρη εποχή. «Πρόσφατα άκουσα ότι μόνο οι Γάλλοι στρατιώτες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου έστειλαν 12 εκατ. καρτ ποστάλ», υπογραμμίζει. Η συλλογή του περιλαμβάνει επίσης τους Έλληνες βασιλείς, επιφανείς οικογένειες, πλοία, παλιά μπαλκόνια, όταν οι Αθηναίοι συγκεντρώνονταν εκεί για να διασκεδάσουν, φωτογραφίες διάσημων ξένων ηθοποιών, την κοσμική Αθήνα, γυμνά κ.ά. Ενδεικτικές της αγάπης του για το χιούμορ είναι οι φωτογραφίες του Νικολά Μπίρκου. «Ήταν λίγο απατεωνίσκος, αλλά είχε προχωρημένο χιούμορ για τις αρχές του 20ού αιώνα. Φωτογράφιζε τους ανθρώπους από πίσω. Βλέπεις μόνο πλάτη και καπέλο».
Παρά τις πολλές καταβολές του, όταν ρωτήθηκε από την κ. Τραΐου τι νιώθει, απάντησε: «Χιώτης». Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι τίμησε το νησί με την εκπληκτική έκδοση «Μιχάλης Γ. Τσάγκαρης – Άλκης Ξ. Ξανθάκης, Χίος – 100 χρόνια φωτογραφίας», εκδόσεις «Σύνολο».
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.