Έλληνας λογοτέχνης, ιστορικός ερευνητής και δημοσιογράφος, ο Πλάτων Ροδοκανάκης γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1883, όπου είχαν εγκατασταθεί οι Χιώτες πρόγονοί του, ενώ ήτανε συγγενής εξ αίματος με τον Ανδρέα Kάλβο. Είναι γιος του δικηγόρου Παναγιώτη Σουλιώτη και της Δέσποινας Ροδοκανάκη . Φοιτά στην περίφημη Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης, αλλά και στη Θεολογική Σχολή Χάλκης, καθώς οι δικοί του τον προορίζουν για κληρικό. Εκείνος όμως στρέφεται προς τη δημοσιογραφία, που εξασκεί αρχικά στη Σμύρνη και μετά στην Αθήνα, εργαζόμενος στις εφημερίδες Ακρόπολις κι Εστία, κυρίως ως χρονογράφος. Μεγαλώνει μέσα στην αγκαλιά της μητέρας του, ανιψιάς του Κάλβου, προτιμώντας να κρατήσει το επώνυμό της, αλλά και με τα χάδια της γιαγιάς του, της Σινιόρας Κατίνας με τα ψηλά τακούνια, από όπου -μωρό ακόμα- μάθαινε για τα κατορθώματα των θαυμαστών προγόνων του. «Μισεί» τα βιβλία του σχολείου, λατρεύει όμως όλα τα υπόλοιπα εξωσχολικά κι νιώθει πως είχε μέσα του «κατιτί το πολύ... ξανθό». Η τρυφερή του φύση τον ωθεί μεν να σπουδάσει για να γίνει ιερέας, αλλά είναι η ίδια που τον αναγκάζει να αποχωρήσει πρόωρα από τη προσπάθεια αυτή. Μετά την Πόλη, έρχεται στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα, όπου και ξεκινά να γράφει ποιήματα, διηγήματα, θέατρο. Θεωρείται ένας από τους ελάχιστους γνώστες της αισθητικής, της καθημερινότητας και των μυστικών του καλλωπισμού των γυναικών στο Βυζάντιο, αλλά και δηλωμένος «βενιζελικός». Ξεκινά να γράφει στη καθαρεύουσα αλλά τελικά αγαπά και υιοθετεί τη δημοτική, πράγμα για το οποίο ο Κωστής Παλαμάς τον επαινεί δημόσια. Με τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη γνωρίζεται σε μια βόλτα στη Σταδίου.
Γόνος επιφανών προγόνων
Ο πρώτος καταγεγραμμένος πρόγονός του ήτανε γελωτοποιός -μίμος στο Βυζάντιο κι ο αμέσως επόμενος εντοπίζεται στον 17ο αι. στην Βρετανία. Είναι ο Κωνσταντίνος Ροδοκανάκης, ποιητής κι αλχημιστής, προσωπικός γιατρός του βασιλιά Καρόλου Β', κάτοικος του Σόχο του Λονδίνου, στην πόλη που έμεινε γνωστός για τη συμβολή του στη καταπολέμηση της πανώλης με το μυστικό σκεύασμα που παρήγαγε ονόματι Alexicacus SpiritusMundi (το αλεξίκακο πνεύμα του κόσμου). Άλλοι ξακουστοί συγγενείς του είναι ο Πλωτίνος Ροδοκανάκης, ο οραματιστής αναρχικός οδηγητής που έδρασε στο Μεξικό, ο Δημήτριος Ροδοκανάκης, ο πρίγκηπας από το Μάντσεστερ με τους αμφιλεγόμενους τίτλους τιμής, ο οποίος ζούσε στη Σύρο και διετέλεσε 1ος Μέγας Διδάσκαλος στη ιστορία του Ελληνικού Τεκτονισμού. Το Ροδοκανάκειο Παρθεναγωγείο της Οδησσού ιδρύεται από μέλη της οικογένειας που ζουν και μεγαλουργούν εκεί, ενώ στο Λιβόρνο της Τοσκάνης υπάρχει η Vila Rodocanacchi. Ο τελευταίος γνωστός συγγενής του είναι ο Christophe Rodocanachi, ο Γενικός Διευθυντής της Total, που έχασε τη ζωή του τον Οκτώβρη του 2014 στη Μόσχα, κατά την απογείωση του εταιρικού του τζετ με προορισμό το Παρίσι. Η φράση που συνοδεύει το εραλδικό οικόσημο της οικογένειας Ροδοκανάκη όλους αυτούς τους αιώνες λέει «Εν ρόδω ανθώ» (Ανθίζω στο ρόδο).
Εμφάνιση στη Λογοτεχνία
Στη Σμύρνη δημοσιογραφεί με το ψευδώνυμο Συρανώ. Τα πρώτα χρόνια του 20ου αι. εγκαθίσταται στην Αθήνα, όπυ εργάζεται αρχικά ως υπάλληλος στο βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκης. Στη συνέχεια συνεργάζεται δημοσιογραφικά με την Ακρόπολις και με πολλές εφημερίδες γράφοντας κυρίως χρονογραφήματα.
Ωραιοπαθής κι αισθησιακός, πρωτοεμφανίζεται στη λογοτεχνία το 1908 γράφοντας με πολύ κομψό ύφος ποιήματα, πεζά, όπως De Ρrofundis, Το Φλογισμένο Ράσο, 1911, αυτοβιογραφικό αφήγημα, Το Βυσσινί Τριαντάφυλλο 1912, όλα αυτά κυκλοφορούν σε συνεργασία με την Ακρόπολι- όπως και το ποιητικό δράμα Άγιος Δημήτριος, το οποίο ανεβαίνει στο θέατρο από τη Mαρίκα Kοτοπούλη το 1917 και το θίασό της. Στη σκηνή ανεβαίνουν και τα μονόπρακτά του H Θεατρίνα, O Πιερόττος και Tο Τσακάλι, το 1912 και τα 3 από το θίασο Κυβέλης Αδριανού, καθώς και το ιστορικό δράμα H Kλυταιμνήστρα. Pομαντικός και ταυτόχρονα παρνασσικός, συνοδοιπόρος του καβαφικού αισθητισμού, είναι συγγραφέας που θα μπορούσε να θεωρηθεί πρόδρομος των υπερρεαλιστών μας. Το ενδιαφέρον του για τη βυζαντινή Ιστορία έχει αποτυπωθεί σε δύο βιβλία του. Το 1916 εκδίδει τα Βυζαντινά Πολύπτυχα. Το βιβλίο αποτελείται από σύντομα χρονογραφήματα που πραγματεύονται θέματα της βυζαντινής κοινωνικής ζωής. Το ιστοριοδιφικό έργο του H Βασίλισσα Κι Αι Βυζαντιναί Αρχόντισσαι, δημοσιεύεται μετά το θάνατό του το 1920.
Ο Πλάτων Ροδοκανάκης και οι αντιφάσεις του
Από παπαδοπαίδι της Χάλκης βρίσκεται υμνητής του Σατάν, από αριστοτέχνης της καθαρεύουσας περνά στις επάλξεις του δημοτικισμού, από τον αισθητισμό και την ωραιοπάθεια βουτά στην ηθογραφία και τη πραγματική ζωή, από αμφιλεγόμενο πρόσωπο των λογοτεχνών γίνεται τιμώμενο πρόσωπο στο σπίτι του Παλαμά, από τη μυσταγωγία της σαρκός αναζητά τις ηδονές του πνεύματος, από την ύμνηση του υπερανθρώπου βρίσκεται κηδευόμενος στα 36 του στο παρεκκλήσι του Ευαγγελισμού, ερμαφρόδιτος κι ανδρόγυνος, μυστικιστής, σκηνοθέτης αυτοκτονιών, προφήτης του βυζαντινισμού, flauner της Πόλης, διαθεματικός, πρόδρομος του υπερρεαλισμού, εστέτ και φυματικός και πόσα ακόμη μπορούν να ειπωθούν για μια πολυσχιδή προσωπικότητα που ζούσε στην επισφάλεια ενός διαρκούς πειραματισμού. Όσα και να ειπωθούν ισχύουν ή ίσχυσαν κάποια στιγμή στη ζωή του, που έμοιαζε με γενναία φάρσα ενός αριστοκράτη. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν έγινε αρκετά αποδεκτός στον καιρό του ενώ κι οι φιλόλογοι εκφράζονταν με αμηχανία αν όχι δυσθυμία για το έργο του. Η απουσία ενός ενοποιημένου στυλ δημιουργούσε περιπλοκές στα ακαδημαϊκά σχήματα, ενώ κι αυτοί που τόλμησαν να προβούνε σε γενικευμένες κρίσεις για τη δουλειά του χάσανε το στοίχημα, ξεπεράστηκαν, ειδικά μετά την εισαγωγή νέων δεδομένων στην έρευνα.
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.