13.3.2021 19:07

Η διεκδίκηση των φοιτητών Ιατρικής στην κλινική εκπαίδευση

Μαριάννα Καρατζά 5ετής φοιτήτρια Ιατρικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Αλεξανδρούπολης

Η πανδημία του Covid-19 στέρησε τον τελευταίο χρόνο την εκπαίδευση των φοιτητών Ιατρικής από την κλινική τους άσκηση στα νοσοκομεία της χώρας και οι φοιτητές διεκδικούν την επανέναρξη της κλινικής τους εκπαίδευσης

Η σημασία της κλινικής εκπαίδευσης

Η κλινική εκπαίδευση των φοιτητών Ιατρικής παραδοσιακά πραγματοποιείται κατά την κλινική τους άσκηση στα δημόσια νοσοκομεία (Πανεπιστημιακά και Κρατικά) της χώρας. Τα νοσοκομεία είναι ο φυσικός χώρος όπου οι φοιτητές αποκτούν τις απαραίτητες κλινικές εμπειρίες με τους ασθενείς, εκπαιδεύονται στις βασικές κλινικές δεξιότητες, παρατηρούν, εφαρμόζουν, αλλά και επιβλέπονται από τους εκπαιδευτές τους. Η κλινική εκπαίδευση σε ασθενείς είναι η πεμπτουσία της προπτυχιακής ιατρικής εκπαίδευσης, το ίδιο δε ισχύει και για την εκπαίδευση των άλλων επαγγελματιών υγείας.

Το σύστημα υγείας στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια υπέστη σημαντικές αλλαγές που συρρίκνωσαν τις δυνατότητες της επαρκούς κλινικής άσκησης των φοιτητών με τους ασθενείς στο χώρο των δημόσιων νοσοκομείων. Σημαντικό εμπόδιο στο εκπαιδευτικό έργο αποτελεί ο ιδιαίτερα αυξημένος φόρτος εργασίας των Πανεπιστημιακών κλινικών και η παράλληλη μείωση του Διδακτικού Επιστημονικού Προσωπικού, μέλη (ΔΕΠ) των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, που συνδυάσθηκε με την ανάλογη μείωση των εξειδικευμένων ιατρών στα Κρατικά νοσοκομεία. Αρνητικά επίσης συνέβαλε και η αποκλιμάκωση των διαθέσιμων ασθενών προς εξέταση, λόγω της μετατόπισης της παροχής φροντίδας από την τριτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Τον τελευταίο χρόνο προστέθηκαν και οι σοβαρότατες επιπτώσεις της πανδημίας στους χώρους εκπαίδευσης και υγείας οι οποίες οδήγησαν στον οριστικό περιορισμό της δυνατότητας των φοιτητών για κλινική άσκηση. Όλα αυτά, έχουν ως άμεση συνέπεια την ανεπαρκή και ελλιπή κλινική νοσοκομειακή εκπαίδευση των φοιτητών. Μια από τις βασικές προκλήσεις κλινικής εκπαίδευσης  στα νοσοκομεία είναι η προετοιμασία των φοιτητών ώστε να υπηρετήσουν αύριο το χώρο της υγείας με υψηλό επίπεδο γνώσης και εμπειρίας και να γίνουν ικανοί επαγγελματίες. Η ικανότητα των φοιτητών ως αυριανοί γιατροί αξιολογείται με διάφορα κριτήρια, όπως, η συνεχής και ορθολογική χρήση γνώσεων, πρακτικών και δεξιοτήτων επικοινωνίας, κλινικής σκέψης, συναισθημάτων, αξιών και ανατροφοδότησης (feedback) στην καθημερινή πράξη, προς όφελος των ασθενών και της κοινότητας. Η ικανότητα εκφράζεται από το επίπεδο στο οποίο μπορεί να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις, τις κλινικές δεξιότητες και την κρίση του για την καλύτερη δυνατή φροντίδα στους ασθενείς, με βάση τις αρχές και τις αξίες της Ιπποκράτειας θεωρίας «Ασκείν περί τα νοσήματα δύο, ωφελείν ή μη βλάπτειν».

Οι φοιτητές Ιατρικής στο πλαίσιο της προπτυχιακής τους εκπαίδευσης πρέπει να αποκτούν γνώσεις, δεξιότητες, στάσεις και συμπεριφορές που θα χρειαστούν αργότερα ως γιατροί. Το 1993, το Γενικό Ιατρικό Συμβούλιο GMC (General Medical Council) του Ηνωμένου Βασιλείου εξέδωσε για πρώτη φορά το «Γιατροί του Αύριο» (Tomorrow’s Doctors), περιγράφοντας τρόπους με τους οποίους οι επόμενες γενιές φοιτητών Ιατρικής θα μπορούσαν να εκπαιδευτούν με τον καταλληλότερο τρόπο. Δύο από τα βασικά ζητήματα που τέθηκαν στην έκδοση αυτή ήταν η έκθεση των φοιτητών Ιατρικής στις κλινικές δεξιότητες από τα πρώτα έτη σπουδών και η μεγαλύτερη χρήση μη-νοσοκομειακών δομών για την εκπαίδευση. Ενισχύοντας την άποψη αυτή, έρευνες δείχνουν ότι οι φοιτητές της Ιατρικής μπορούν να εκπαιδευτούν στις βασικές κλινικές δεξιότητες ακόμη και σε πολύ αρχικό στάδιο του προγράμματος σπουδών τους. Πρόσφατα, κάποιες σχολές δημιούργησαν λίστες βασικών κλινικών δεξιοτήτων που πρέπει να έχουν οι φοιτητές τους κατά την αποφοίτησή τους. Έτσι, δημιουργήθηκε ένα «θεωρητικό» πρόγραμμα σπουδών το οποίο όμως δεν είναι γνωστό κατά πόσο εφαρμόζεται. Με άλλα λόγια, δεν είναι βέβαιο αν οι φοιτητές όντως έχουν εφαρμόσει στην πράξη τις βασικές αυτές δεξιότητες ή τις έχουν μόνο διδαχθεί σε θεωρητικό πλαίσιο. Είναι πολύ σημαντικό να γίνει κατανοητή η αξία της εκπαίδευσης στις κλινικές δεξιότητες για την ποιοτική και ασφαλή φροντίδα των ασθενών και να διασφαλιστεί η ικανότητα τόσο των φοιτητών, όσο και των γιατρών στην επιτέλεσή τους. Σε έρευνα που διεξήχθη σε διάφορα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια αναφέρεται ότι ακόμη και σε πανεπιστήμια, όπως εκείνο του Maastricht, που αποτελούν πρότυπο στην εκπαίδευση κλινικών δεξιοτήτων, δεν έχει ακόμη επιτευχθεί καθολική πραγματοποίηση των βασικών κλινικών δεξιοτήτων από όλους τους φοιτητές πριν από την αποφοίτησή τους. Σήμερα, η πλειοψηφία των προγραμμάτων σπουδών δίνει βάση στη θεωρητική κατάρτιση των φοιτητών, αφήνοντας την εκπαίδευση στις κλινικές δεξιότητες στη μη συστηματική διαδικασία της μαθητείας στο κλινικό περιβάλλον. Φαινόμενα  στα οποία παρατηρούνται περιπτώσεις κλινικής άσκησης φοιτητών να τοποθετούνται σε νοσοκομειακές κλινικές χωρίς συστηματική επιτήρηση και σαφείς οδηγίες για το τι πρέπει να κάνουν ώστε να διασφαλίζεται η ενεργή συμμετοχή τους, δεν είναι αποδεκτά και δεν έχουν εκπαιδευτική αξία.

Η εκπαίδευση των φοιτητών σε ασθενείς υπό επίβλεψη

Οι ασθενείς πρέπει να είναι τα «βιβλία» των φοιτητών. Οι Bleakley και Bligh, το 2008, έκαναν έκκληση ώστε η ιατρική εκπαίδευση να επανέλθει στην πραγματικότητα και να εμπλέξει ασθενείς και φοιτητές στην παραγωγή συλλογικής γνώσης, όπου οι ασθενείς θα είναι τα «βιβλία» των φοιτητών. Η κλινική εκπαίδευση με ασθενείς υπό επίβλεψη είναι η φυσική μέθοδος διδασκαλίας, με τον φοιτητή να ξεκινά από τον ασθενή, να συνεχίζει με τον ασθενή και να τελειώνει τις σπουδές του με τον ασθενή, χρησιμοποιώντας τα βιβλία και τα θεωρητικά μαθήματα ως συμπληρωματικά εργαλεία.

Τα πλεονεκτήματα της εκπαίδευσης με ασθενείς υπό επίβλεψη

Η επαφή με τον ασθενή πρέπει να αποτελεί ένα αναπόσπαστο κομμάτι της εκπαίδευσης των προπτυχιακών φοιτητών Ιατρικής σε συνδυασμό με την κλινική επίβλεψη των εκπαιδευτών, που αποδείχθηκε ότι είναι η πιο αποτελεσματική στη διαδικασία της εκπαίδευσης, παρέχοντας ευρύτερη και πιο ολιστική βάση. Η πρώιμη επαφή με τους ασθενείς διδάσκει στους φοιτητές ότι κάποια πράγματα δεν μαθαίνονται από τα βιβλία, όπως η ενσυναίσθηση και η υπευθυνότητα απέναντι στους ασθενείς. Η εκπαίδευση με ασθενείς υποστηρίζει περισσότερο τη συναισθηματική μάθηση, δηλαδή τη διαδικασία του να αποκτά κανείς αυτοπεποίθηση, κίνητρα και ικανοποίηση και να αναπτύσσει την αίσθηση της επαγγελματικής ταυτότητας. Επίσης, δίνει προοπτική, πλαίσιο και χρονική διάσταση και τοποθετεί τη μάθηση μέσα στην πολυπλοκότητα της πραγματικότητας. Η κλινική εκπαίδευση με ασθενείς δημιουργεί δεσμούς ανάμεσα στη θεωρία που διδάχθηκε και την πραγματική κατάσταση του πάσχοντος και βοηθάει τους φοιτητές να θέτουν συγκεκριμένους, μετρήσιμους, εφικτούς και ρεαλιστικούς εκπαιδευτικούς στόχους. Κάνει τη μάθηση ευκολότερη, βοηθώντας τους φοιτητές να μάθουν την προς μελέτη πάθηση και να αποκτήσουν περίπλοκες δεξιότητες, όπως για παράδειγμα να κάνουν μια σωστή κλινική εξέταση του ασθενή, να αξιοποιούν την κριτική τους σκέψη και γνώση για τη σωστή διάγνωση κλπ. Επιπλέον, οι φοιτητές μαθαίνουν πώς να μαθαίνουν, πώς να συμπεριφέρονται, πώς να παίρνουν κλινικές αποφάσεις, πώς να χειρίζονται δύσκολες καταστάσεις και πώς να διαχειρίζονται το χρόνο τους. Η εκπαίδευση με ασθενείς είναι πολύτιμη μόνο και μόνο επειδή είναι αληθινή. Οι εκπαιδευόμενοι σε κλινικές έρευνες περιγράφουν πόσο εκτιμούν απλά την πραγματικότητα, βλέποντας και ακούγοντας τους ασθενείς. Οι φοιτητές μαθαίνουν από την εμπειρία της αυθεντικής ανθρώπινης επαφής (σε αντίθεση με αυτή της προσομοίωσης) και μπορούν να αντιγράψουν με πιστότητα για παράδειγμα το άγχος τόσο του ασθενή, όσο και του γιατρού, την αίσθηση διαπέρασης των πραγματικών ιστών και την εργασία σε ένα νοσοκομειακό περιβάλλον. Η επαφή με τους ασθενείς αυξάνει το κίνητρο των φοιτητών και διευκολύνει τη μετάβαση από την προκλινική στην κλινική εκπαίδευση, και παράλληλα παραμένει σημαντική για την απόδοση των εκπαιδευόμενων, που είναι διαφορετική σε συνθήκες προσομοίωσης και στο πραγματικό κλινικό περιβάλλον.

Τα τελευταία χρόνια, γίνεται έντονη συζήτηση για την συμβολή της τεχνικής της προσομοίωσης στην ιατρική εκπαίδευση των φοιτητών η οποία  υιοθετήθηκε από ορισμένα κέντρα της Αμερικής, (Bradley 2006), (Battles et al. (2004). Η εκπαίδευση των φοιτητών με τη τεχνική της προσομοίωσης χαρακτηρίσθηκε ως μια «μέθοδος εξέτασης της ανθρώπινης απόδοσης, η οποία δεν θέτει τους ασθενείς σε κίνδυνο από τα σφάλματα που πρέπει να αποφευχθούν». Οι Flanagan et al. (2004) συμπλήρωσαν ότι η προσομοίωση «αποτελεί τεχνητή αναπαράσταση μια πραγματικής διαδικασίας με σκοπό την επίτευξη εκπαιδευτικών στόχων μέσω βιωματικής μάθησης, που όμως αποτελεί ένα εργαλείο και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αντικαταστήσει την εκπαίδευση με πραγματικούς ασθενείς». Οι Salas et al. (2005) όρισαν την ιατρική εκπαίδευση που βασίζεται στην προσομοίωση ως αυτή που «δίνει τη δυνατότητα στους εκπαιδευόμενους να αναπτύξουν τις απαιτούμενες ικανότητες, μέσα από την πρακτική σε ένα ασφαλές περιβάλλον, που είναι αντιπροσωπευτικό των πραγματικών συνθηκών και όπου λαμβάνουν ανατροφοδότηση (feedback) σχετική με ότι συμβαίνει κατά την εκπαίδευσή τους». Η εκπαίδευση σε συνθήκες προσομοίωσης αφορά κάθε εκπαιδευτική διαδικασία που χρησιμοποιεί βοηθήματα προσομοίωσης για να αναπαραστήσει το πραγματικό κλινικό περιβάλλον. Τα εργαλεία της προσομοίωσης λειτουργούν σαν ένα υποκατάστατο του πραγματικού ασθενή και επιτρέπουν στους εκπαιδευτές να έχουν τον πλήρη έλεγχό τους.

Ένα σημαντικό ερώτημα προς διερεύνηση είναι, πόσες από τις κλινικές δεξιότητες χάνονται κατά την μεταφορά από την εξέταση προσομοίωσης στο κλινικό περιβάλλον. Οι εκπαιδευόμενοι φοιτητές αντιμετωπίζουν μεγάλο πρόβλημα όταν πρέπει να μεταφέρουν τις γνώσεις και τις δεξιότητες που απέκτησαν στις εξετάσεις προσομοίωσης σε ένα πρόπλασμα, και κάτω από συνθήκες αυστηρής επίβλεψης, σε ένα θάλαμο όπου η διαδικασία πρέπει να πραγματοποιηθεί σε έναν ασθενή, υπό την επίβλεψη του εκπαιδευτή γιατρού. «Μεταφορά» είναι το επίπεδο στο οποίο οι εκπαιδευόμενοι φοιτητές εφαρμόζουν με επιτυχία τις γνώσεις, τις δεξιότητες και τις συμπεριφορές που έμαθαν σε ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον στην κλινική πράξη. Η μεταφορά θεωρείται επιτυχής όταν οι συμπεριφορές που διδάχθηκαν διατηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα, όταν δηλαδή έχουν αφομοιωθεί με την καθημερινή πρακτική του εκπαιδευόμενου φοιτητή. Βασικός παράγοντας για τη μεταφορά στο κλινικό περιβάλλον, είναι η άποψη του εκπαιδευόμενου για τις συνέπειες που θα έχει η χρήση της νέας δεξιότητας.  Οι φοιτητές κατά την περίοδο αυτή συχνά αισθάνονται μεγάλη ανασφάλεια γιατί δεν έχουν ικανοποιητικές γνώσεις ή δεξιότητες. Βασικός τρόπος για να ξεπεράσουν οι φοιτητές το άγχος εφαρμογής των δεξιοτήτων που έμαθαν στην προσομοίωση στο αληθινό περιβάλλον, είναι η διασφάλιση επαρκούς και ενισχυτικής επίβλεψης.

Ο ρόλος των κλινικών εκπαιδευτών στην εκπαίδευση με ασθενείς

Για να ενισχυθεί η ποιότητα της κλινικής εκπαίδευσης και πρακτικής άσκησης των φοιτητών, οι εκπαιδευτές γιατροί οφείλουν να επιβλέπουν τους φοιτητές τους κατά την εφαρμογή των κλινικών δεξιοτήτων, ώστε να διασφαλίζουν ότι πραγματοποιούνται σωστά. Παρόλα αυτά, σε κάποιες χώρες, συμπεριλαμβανομένου και του Ηνωμένου Βασιλείου, οι φοιτητές έχουν περιορισμένες ευκαιρίες επίβλεψης και εφαρμογής των κλινικών δεξιοτήτων τους σε ασθενείς. Οι ίδιοι οι φοιτητές ζήτησαν από τους εκπαιδευτές τους, να τους βοηθούν, όχι μόνο κατά την εκπαίδευσή τους στα ειδικά προγράμματα δεξιοτήτων, αλλά να τους ακολουθούν και στο πραγματικό κλινικό περιβάλλον για να τους προσφέρουν τη βοήθειά τους. Οι εκπαιδευτές των προγραμμάτων δεξιοτήτων και οι κλινικοί γιατροί, μπορούν να εργαστούν μαζί κατά την περίοδο μετάβασης των φοιτητών Ιατρικής από τα προγράμματα στο κλινικό περιβάλλον, για να βοηθήσουν τους φοιτητές τους να διατηρήσουν και να αυξήσουν τις δεξιότητές τους. Μόνο η γνώση που εφαρμόζεται στο πραγματικό κλινικό περιβάλλον του νοσοκομείου ενδυναμώνεται, εμβαθύνεται, διευρύνεται, αποκτά νόημα και τελικά ενσωματώνεται στην καθημερινή πρακτική. Ο ρόλος του κλινικού εκπαιδευτή είναι εξαιρετικά σημαντικός στα πλαίσια αυτά. Βασικός στόχος είναι να υποστηρίζει και να ενθαρρύνει τους φοιτητές να συμμετέχουν στο μέγιστο βαθμό που τους επιτρέπουν οι γνώσεις τους σε μια εκπαίδευση ένας-προς-έναν μέσα στο κλινικό περιβάλλον. Οι κλινικοί εκπαιδευτές οφείλουν να παρατηρούν τους φοιτητές μέσα στο κλινικό περιβάλλον και να τους δίνουν ανατροφοδότηση (feedback) με σκοπό τη βελτίωση των αδυναμιών και την ενίσχυση των θετικών χαρακτηριστικών τους. Η κλινική επίβλεψη σε πολλά πανεπιστήμια γίνεται από τους ειδικούς γιατρούς, σε άλλα όμως, λόγω του κλινικού φόρτου εργασίας, προσφέρεται από ειδικούς εκπαιδευτές που γνωρίζουν τις δεξιότητες, την αξία της κατάλληλης ανατροφοδότησης και διαθέτουν χρόνο για να αφιερώνουν στους φοιτητές. Στο Ηνωμένο Βασίλειο γίνεται όλο και πιο αυξανόμενη χρήση του εκπαιδευτή κλινικών δεξιοτήτων οι οποίοι επιβλέπουν τους φοιτητές και στην κλινική τους πρακτική. Οι εκπαιδευτές αυτοί υπηρετούν και στα πανεπιστήμια και προσφέρουν υψηλής ποιότητας εκπαιδευτικές εμπειρίες στους φοιτητές. Επιπλέον, βοηθούν τους φοιτητές στην μετάβαση από την προσομοίωση στην πρακτική με τη διατήρηση όλων των εκπαιδευτικών αρχών που αποδείχθηκαν επιτυχημένες για τη διδασκαλία των προγραμμάτων δεξιότητας. Οι κλινικοί εκπαιδευτές μπορούν να επιταχύνουν την εξέλιξη των φοιτητών δημιουργώντας ένα υποστηρικτικό περιβάλλον το οποίο διευκολύνει τους φοιτητές να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις και δημιουργεί παράλληλα ένα δίχτυ ασφαλείας για τους ασθενείς. Οι κλινικοί εκπαιδευτές εντοπίζουν ασθενείς που είναι πρόθυμοι να εξεταστούν ή να επιτρέψουν στους φοιτητές να εξασκούν τις κλινικές τους δεξιότητες σε αυτούς, εξασφαλίζουν ότι κάθε φοιτητής θα αντιμετωπίσει την απαραίτητη ποικιλία περιστατικών και αν χρειάζεται καθορίζουν επιπρόσθετη διδασκαλία. Με τον τρόπο αυτό υποστηρίζουν τη μάθηση, δίνουν ανατροφοδότηση στους φοιτητές και συντονίζουν την εκπαίδευσή τους. Για να επιτύχουν στο ρόλο τους οι κλινικοί εκπαιδευτές πρέπει να μπορούν να αναπτύξουν καλή σχέση με τους φοιτητές, να είναι εκπαιδευμένοι για τις δεξιότητες που επιβλέπουν και να αναπροσαρμόζουν τη διδασκαλίας τους ανάλογα με τις ανάγκες των εκπαιδευόμενων φοιτητών.

Η αξιολόγηση στην ιατρική εκπαίδευση. Η αξιολόγηση οδηγεί στη μάθηση.

Ο όρος «αξιολόγηση» αναφέρεται στην κρίση της απόδοσης των φοιτητών σε σχέση με κάποια καθορισμένα κριτήρια και δεν πρέπει να ταυτίζεται με τον όρο «εξέταση» που σχετίζεται με τη βαθμολογία της απόδοσης. Ο τρόπος αξιολόγησης των φοιτητών είναι σημαντικό να ξεφύγει από τα κλασικά μοντέλα αξιολόγησης της θεωρητικής γνώσης μόνο, και να γίνεται με νέες μεθόδους που να παρέχουν ακριβή, αξιόπιστο και έγκυρο τρόπο αξιολόγησης των γνώσεων, των δεξιοτήτων, του επαγγελματισμού και της συμπεριφοράς των φοιτητών. Η κλινική απόδοση των φοιτητών είναι πολυπαραγοντική και περιλαμβάνει διάφορες πτυχές, όπως τη δυνατότητα απόκτησης πληροφοριών, τη γνώση των βασικών επιστημών και των κλινικών μαθημάτων, την εφαρμογή της γνώσης στο κλινικό περιβάλλον, την επικοινωνία και τις διαπροσωπικές δεξιότητες. Η απόκτηση της κλινικής ικανότητας, ιδιαίτερα όσον αφορά τις κλινικές δεξιότητες, απαιτεί εξάσκηση και επανάληψη, ο βαθμός των οποίων εξαρτάται από τον τρόπο εκπαίδευσης, την πολυπλοκότητα της δεξιότητας και τον ρυθμό μάθησης του εκπαιδευόμενου φοιτητή. Η επιτυχής ολοκλήρωση της προπτυχιακής εκπαίδευσης πρέπει να παρέχει στους τελειόφοιτους φοιτητές το απαραίτητο επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων για να αντεπεξέλθουν στην καθημερινή ρουτίνα ενός νέου γιατρού. Η αξιολόγηση μπορεί να αφορά αξιολόγηση της ικανότητας με τη χρήση εργαλείων που μετρούν, τι κάνουν οι φοιτητές σε ένα περιβάλλον που προσομοιάζει την πραγματικότητα, ή να αφορά αξιολόγηση της απόδοσης με τη χρήση εργαλείων που μετρούν, τι κάνουν οι φοιτητές στο πραγματικό κλινικό περιβάλλον.

 Η σημασία της αξιολόγησης στη μάθηση

Η αξιολόγηση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εκπαιδευτικής διαδικασίας που καθορίζει τον τρόπο που μαθαίνουν οι φοιτητές. Οι εκπαιδευτές βαρύνονται με την ευθύνη της αξιολόγησης τόσο της κλινικής ικανότητας, όσο και της απόδοσης των φοιτητών και την έγκυρη ανατροφοδότηση (feedback), ώστε να διασφαλίζουν την πρόοδό τους και να διορθώνουν τις αδυναμίες τους. Επιπλέον, η αξιολόγηση συμβάλλει στην εκπαίδευση, βοηθά στην διατήρηση και βελτίωση της ικανότητας και στην ανάπτυξη επαγγελματικής ταυτότητας. Η ικανότητα δεν είναι ένα επίτευγμα, αλλά μια συνήθεια, ένα αποτέλεσμα της δια βίου μάθησης. Η αξιολόγησή της αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι στον καθορισμό των εκπαιδευτικών αναγκών των φοιτητών, δίνοντάς τους κίνητρο για περαιτέρω μάθηση. Ιδανικά, η αξιολόγηση της ικανότητας (τι μπορεί να κάνει ο φοιτητής) πρέπει να δίνει μια εικόνα για την απόδοση (τι κάνει ως καθημερινή συνήθεια, όταν κανείς δεν τον παρατηρεί), καθώς και για την δυνατότητα να προσαρμόζεται στις αλλαγές, να βρίσκει και να δημιουργεί νέα γνώση και να βελτιώνει τη συνολική του απόδοση. Για την προαγωγή της μάθησης, η αξιολόγηση πρέπει να είναι εκπαιδευτική, ώστε οι φοιτητές, να μαθαίνουν από αυτή, να λαμβάνουν ανατροφοδότηση και πάνω σε αυτά να χτίζουν τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους. Ο κύριος στόχος της αξιολόγησης είναι να βελτιώσει τις δυνατότητες των εκπαιδευόμενων φοιτητών παρέχοντας κίνητρα και κατευθύνσεις για μελλοντική μάθηση. Η καλή αξιολόγηση αποτελεί από μόνη της μια μορφή μάθησης και πρέπει να παρέχει καθοδήγηση και υποστήριξη στις εκπαιδευτικές ανάγκες των εκπαιδευόμενων φοιτητών.

Η διαδικασία της μάθησης στην ιατρική εκπαίδευση

Ο Miller το 1990 εξέδωσε ένα άρθρο με τίτλο: «Η αξιολόγηση των κλινικών δεξιοτήτων/ Ικανότητα/ Επίδοση», που είχε άμεση επίδραση στο μέχρι τότε τρόπο αξιολόγησης, που όπως αναφέρει αποτελεί κινητήριο μοχλό της μάθησης  Στο άρθρο αυτό περιέγραψε τις φάσεις της ιατρικής εκπαίδευσης σαν μια πυραμίδα (Πυραμίδα του Miller) (σχήμα) με τέσσερα επίπεδα. Στη βάση της πυραμίδας διακρίνεται η απόκτηση των θεωρητικών γνώσεων (knows),

που είναι και το πρώτο βήμα στην εκπαιδευτική διαδικασία. Στη συνέχεια, ακολουθεί η εμπέδωση της θεωρητικής γνώσης (knows how), με την παρακολούθηση της πρακτικής εφαρμογής. Στο τρίτο επίπεδο βρίσκεται η εφαρμογή στην πράξη των γνώσεων υπό επίβλεψη (shows how). Η διδασκαλία σε συνθήκες προσομοίωσης βρίσκει ιδανική εφαρμογή στο δεύτερο και το τρίτο επίπεδο της πυραμίδας. Το τέταρτο επίπεδο περιέχει την επάρκεια στη μάθηση, τη δυνατότητα δηλαδή πραγματοποίησης μιας δεξιότητας με αυτονομία σε πραγματικές συνθήκες (does). Αργότερα, οι Cruess et al. (2016) πρότειναν μια τροποποίηση στην πυραμίδα του Miller προσθέτοντας ένα ακόμη επίπεδο αυτό του «Είναι» (Is). Το επίπεδο αυτό αφορά τη διαμόρφωση της επαγγελματικής ταυτότητας, που ενώ απαιτείται να την έχουν όλοι οι επαγγελματίες υγείας δεν τους διδάσκεται και δεν αξιολογείται ποτέ. Το επίπεδο αυτό αφορά στις στάσεις, στις αξίες και στις συμπεριφορές των φοιτητών και προκύπτουν με την πάροδο του χρόνου, ως αποτέλεσμα της εξάσκησης στο κλινικό περιβάλλον. Στην πραγματικότητα η πυραμίδα του Miller αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο για το σχεδιασμό εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αλλά δεν είναι πλέον χρήσιμη για την αξιολόγηση στο πραγματικό κλινικό περιβάλλον.

Οι εκπαιδευτές σήμερα οφείλουν να αναστρέψουν μια κακώς νοούμενη νοοτροπία στο χώρο της κλινικής άσκησης στα νοσοκομεία, ότι οι φοιτητές κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής τους μηχανιστικά απομνημονεύουν συμπτώματα, κλινικά σημεία νόσου και θεραπεία, αδυνατώντας να αξιοποιήσουν τη διαλεκτική μεθοδολογία επιστημονικής σκέψης. Η ιατρική άσκηση θα πρέπει να διασφαλίζει στους φοιτητές μας συστηματική εκπαίδευση σε κλινικές δεξιότητες, να τους εκπαιδεύει κατάλληλα ώστε να διαμορφώνουν μια ιατρική προσωπικότητα για να διαχειρίζονται αργότερα ως γιατροί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ποιοτική και ασφαλή φροντίδα των ασθενών τους.

Τέλος, η Πολιτεία θα πρέπει να λάβει υπ’ όψη της την δίκαιη διεκδίκηση των φοιτητών Ιατρικής της χώρας για την κλινική τους άσκηση και επανένταξή τους στα νοσοκομεία, γιατί είναι μια αναγκαιότητα που την επιτάσσει η Ιατρική επιστήμη. Επίσης, είναι απολύτως απαραίτητο να ληφθεί κάθε δυνατή μέριμνα για την άμεση επανέναρξη των εργαστηριακών  μαθημάτων, της πρακτικής άσκησης, των εποπτειών, καθώς και των διπλωματικών / μεταπτυχιακών εργασιών στα προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών στα άλλα τμήματα των Σχολών Επιστημών Υγείας και Σχολών Θετικών Επιστημών, με τη φυσική παρουσία των φοιτητών, λαμβάνοντας όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας. Η σύνοδος των Πρυτάνεων των Πανεπιστημίων της χώρας εκφράζει την αγωνία της για το γεγονός ότι η συνέχιση της διαδικτυακής διδασκαλίας υποβαθμίζει τις πανεπιστημιακές σπουδές και ζητεί από την Κυβέρνηση να ορίσει με προσοχή και σεβόμενη τις προτάσεις των επιμέρους  Τμημάτων των Σχολών, τους όρους επαναφοράς των Πανεπιστημίων στην κανονικότητα, διασφαλίζοντας απαραίτητα όλες τις σχετικές υγειονομικές προϋποθέσεις.

Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ